} f expr:class='"loading" + data:blog.mobileClass'>
#a466ff
Πρώτη Σελίδα
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανάλυση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανάλυση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

8.12.22

Όμως ο μπαμπάς δεν ερχόταν, Έλλη Αλεξίου


Α. Ανάλυση κειμένου

Εισαγωγικές επισημάνσεις

Το διήγημα ανήκει στη συλλογή «Προσοχή συνάνθρωποι». Γράφτηκε το 1954 και δημοσιεύτηκε το 1978. Οι ιστορίες  της συλλογής συνδέονται με τη γερμανική Κατοχή, την εθνική αντίσταση, τον Εμφύλιο, την εξορία. Η ιστορία της οικογένειας του ανθολογημένου διηγήματος αντικατοπτρίζει τη γενική οικονομική και ηθική κατάπτωση  των Ελλήνων  τη μεταπολεμική εποχή. Δέκα χρόνια μετά τη γερμανική κατοχή η Ελλάδα δεν έχει ανακάμψει ούτε οικονομικά ούτε πολιτικά.

4.10.22

Νυχτερινό, Ναπολέων Λαπαθιώτης

Έναστρη Νύχτα πάνω από τον Ροδανό, Βίνσεντ Βαν Γκογκ, 1888


Εδώ μπορείτε να διαβάσετε το ποίημα

Εισαγωγικές επισημάνσεις και ένταξη του έργου στην εποχή του

Στην ώριμη ποιητική του περίοδο ο Ν. Λαπαθιώτης προσχώρησε  στο ποιητικό κίνημα  του νεοσυμβολισμού (Ο όρος νεοσυμβολισμός δηλώνει τη διάθεση των Ελλήνων συμβολιστών μετά τα 1910 να δώσουν στα ποιήματά τους  κοινωνικές προεκτάσεις ) και συμπορεύτηκε αισθητικά με τον Μ. Παπανικολάου, τον Κ. Καρυωτάκη και τον Τέλλο Άγρα. Ο Συμβολισμός γεννήθηκε  στη Γαλλία, κάλυψε την περίοδο από τα 1885 μέχρι τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο. Εισηγητής του ήταν ο Μπωντλαίρ με το έργο «Τα άνθη του κακού» και ακολούθησαν ως κύριοι εκπρόσωποι ο Ρεμπώ, ο Βερλαίν, ο Μαλλαρμέ. Ο συμβολισμός γεννήθηκε ως αντίδραση στην ψυχρότητα του παρνασσισμού, στην απρόσωπη και αντικειμενική έκφραση, εξαπλώθηκε σε όλη την Ευρώπη και επηρέασε κυρίως την ποίηση. Έλληνες εκφραστές αυτής της τεχνοτροπίας είναι ο Ι. Γρυπάρης, ο Α. Μελαχρινός, ο Κ.Χατζόπουλος, ο Ν. Λαπαθιώτης, σε μερικά του έργα ο Κ. Παλαμάς, ο Λ. Μαβίλης, ο Κ. Καρυωτάκης και. ο Κ.Καβάφης. Ονομάστηκε συμβολισμός, γιατί ο ποιητής επιλέγει μια εξωτερική εικόνα, που την αναγάγει σε σύμβολο, για να υποβάλει ένα υποκειμενικό αίσθημα, μια εσωτερική διάθεση, μια φευγαλέα εντύπωση και να προκαλέσει όχι σκέψη αλλά συγκίνηση. Παράλληλα, ο Συμβολισμός εισήγαγε νέες αισθητικές αρχές για την ποίηση και όρισε νέους στόχους της ποιητικής δημιουργίας.  Τα βασικότερα γνωρίσματά του είναι τα ακόλουθα:

7.8.22

«Και πάλι στο σχολείο» , Ζωρζ Σαρή

Artist: Ryan Pickart
Διαβάστε το απόσπασμα εδώ
 

Α. Ανάλυση κειμένου

Γραμματειακό είδος και ένταξη του έργου στην εποχή του

Ø    Το "Ε.Π." είναι στη βάση του αυτοβιογραφικό βιβλίο. Περιγράφει τα τρία πρώτα χρόνια φοίτησης της Ζωρζ Σαριβαξεβάνη, της συγγραφέως, σε ένα ιδιωτικό γυμνάσιο, τη «Σχολή θηλέων», τις εφηβικές ανησυχίες και τη γνωριμία της με την από τότε επιστήθια φίλη της Άλκη Ζέη. Η ιστορία τοποθετείται λίγο πριν από το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, επί δικτατορίας Μεταξά. Η τάξη της 13χρονης Ζωρζ αποτελείται από δεκαεννέα μαθήτριες. Ανάμεσά τους η Αθηνά, η Άννα και η Άλκη (Ζέη). Διευθύντρια της σχολής είναι η συντηρητική και αυταρχική Ερασμία Δελαπόρτα και φιλόλογός τους και αγαπημένη τους καθηγήτρια, η Αλεξάνδρα Κλάρα.

12.6.22

Νυχτερινό, Ναπολέων Λαπαθιώτης



A. Εισαγωγικές επισημάνσεις και ένταξη του έργου στην εποχή του

Στην ώριμη ποιητική του περίοδο ο Ν. Λαπαθιώτης προσχώρησε  στο ποιητικό κίνημα  του νεοσυμβολισμού (Ο όρος νεοσυμβολισμός δηλώνει τη διάθεση των Ελλήνων συμβολιστών μετά τα 1910 να δώσουν στα ποιήματά τους  κοινωνικές προεκτάσεις ) και συμπορεύτηκε αισθητικά με τον Μ. Παπανικολάου, τον Κ.Καρυωτάκη και τον Τέλλο Άγρα. Ο Συμβολισμός γεννήθηκε  στη Γαλλία, κάλυψε την περίοδο από τα 1885 μέχρι τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο. Εισηγητής του ήταν ο Μπωντλαίρ με το έργο «Τα άνθη του κακού» και ακολούθησαν ως κύριοι εκπρόσωποι ο Ρεμπώ, ο Βερλαίν, ο Μαλλαρμέ. Ο συμβολισμός γεννήθηκε ως αντίδραση στην ψυχρότητα του παρνασσισμού, στην απρόσωπη και αντικειμενική έκφραση, εξαπλώθηκε σε όλη την Ευρώπη και επηρέασε κυρίως την ποίηση. Έλληνες εκφραστές αυτής της τεχνοτροπίας είναι ο Ι. Γρυπάρης, ο Α. Μελαχρινός, ο Κ.Χατζόπουλος, ο Ν. Λαπαθιώτης, σε μερικά του έργα ο Κ. Παλαμάς, ο Λ. Μαβίλης, ο Κ. Καρυωτάκης και. ο Κ. Π. Καβάφης. 

7.5.22

Τώρα, Αθανάσιος Χριστόπουλος

Η Χαρά της ζωής, Henri Matisse, 1905-1906
Διαβάστε το ποίημα εδώ
Εισαγωγικές επισημάνσεις και ένταξη του έργου στην εποχή του

Γραμματειακό είδος: Λυρικό ανακρεόντειο ποίημα.

Το ποίημα ανήκει στην ποιητική συλλογή Τα Λυρικά, που πρωτοεκδόθηκε στα 1811 στη Βιέννη. Τα Λυρικά διαιρούνται σε πέντε μέρη και το Τώρα ανήκει στην ενότητα Βάκχος. Ο ίδιος ο ποιητής δεν έδινε τίτλο στα ποιήματά του, αλλά τα παρέθετε απλώς αριθμημένα και χωρίς διάκριση στροφών. Οι τίτλοι δόθηκαν από τους εκδότες του έργου. Είναι ενδιαφέρον ότι το συγκεκριμένο ποίημα σε έκδοση του 1841 τιτλοφορείται Αδιαφορία.

Όπως εξομολογήθηκε ο ίδιος ο δημιουργός σε επιστολή του στον Αθ. Ψαλίδα, συνέθεσε τα ποιήματά του, για να αναδείξει τη λογοτεχνική αξία της  δημοτικής  γλώσσας, τη συγκρότησή της και την αρμονία της.   

13.3.22

O Ρωσσαγγλογάλλος, Ανώνυμος

Λικέρ των θαρραλέων Ελλήνων, από τη Συλλογή ετικετών – πηγή:  Bibliothèque nationale de France.* 

Α.  Το κείμενο

*«Σαπούνι των  Ελλήνων», «Νέκταρ των Ελλήνων», «Λικέρ Μεσολογγίου» και «Μυραλοιφή à la Grecque»: από τα μέσα της δεκαετίας του 1820, θέματα εμπνευσμένα από την Ελλάδα αποτυπώνονται σε μεγάλη ποικιλία προϊόντων ευρείας κατανάλωσης. Συμμετέχουν και οι ζαχαροπλάστες αφιερώνοντας στην Ελληνική Επανάσταση επιλεγμένες σειρές από περιτυλίγματα και ετικέτες, ενώ λίγους μήνες μετά τον θάνατο του Βύρωνα, κυκλοφορεί κολόνια με το όνομα «Esprit de Byron». Η θετική στάση της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης απέναντι στην ελληνική επανάσταση παίρνει και εμπορικό χαρακτήρα μέσω της διαφήμισης.

 Β΄μέρος –  Προσέγγιση του κειμένου

Εισαγωγικές επισημάνσεις και ένταξη του έργου στην εποχή του

Γραμματειακό είδος: Έμμετρη σάτιρα/ Διαλογικό, σατιρικό ποίημα.

Σκοπός του έργου είναι η κατήχηση του λαού ότι δεν πρέπει να βασίζεται στους ξένους κηδεμόνες και μνηστήρες της εξουσίας, οι οποίοι επενέδυαν στην ελληνική επανάσταση, για να αναλάβουν το ρόλο του διαιτητή μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων με απώτερο στόχο να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη ή ευελπιστούσαν σε ένα κατακερματισμένο, μικρό και ανίσχυρο ελληνικό κράτος, το οποίο ασφαλώς θα χρειαζόταν κάποιο προστάτη, για να επιβιώσει. Ο άγνωστος ποιητής προσπαθεί να πείσει τους Έλληνες να μην τρέφουν αυταπάτες για βοήθεια των ξένων και να υπολογίζουν αποκλειστικά στις δικές τους δυνάμεις. Το κείμενο φέρει επιρροές των πρώτων ανώνυμων χειρόγραφων του Κοραή και της Ελληνικής Νομαρχίας.

 Ο Byron δημοσίευσε ελληνικά 32 στίχους του Ρωσσαγγλογάλλου και μετέφρασε στην αγγλική τους πρώτους δεκατέσσερις.  

4.2.22

Η χαρά, Σπυρίδων Βασιλειάδης

 

 Το κείμενο

 

Εισαγωγικές επισημάνσεις και ένταξη του έργου στην εποχή του

Γραμματειακό είδος : λυρικό ποίημα


Το ποίημα ανήκει στη νεανική ποιητική παραγωγή του Βασιλειάδη, όταν ακόμη ο ποιητής δεν είχε δει κριτικά τον ρομαντισμό. Ο μόλις εικοσιδύο ετών ποιητής  συνέγραψε κάτω από το βάρος των πολιτικών και ποιητικών κατευθύνσεων της εποχής του, που οδηγούσαν στην απογοήτευση και την απαισιοδοξία:  Οι  αξίες   του  1821 έχουν ξεφτίσει, το πατριωτικό φρόνημα διοχετεύεται σε επικίνδυνα μονοπάτια, η ελληνική κοινωνία εμφανίζει σημάδια  εθνικής αλλοτρίωσης, η παιδεία είναι ξεκομμένη από τις εθνικές ρίζες της και οι αποτυχημένοι κυβερνητικοί χειρισμοί δεν εμπνέουν καμιά εμπιστοσύνη για το μέλλον. Ο λαός δε δεν μεταλλάσσει την απογοήτευση σε δημιουργική προσπάθεια ανασύνταξης και αναπροσανατολισμού. Από την άλλη πλευρά, στην ποίηση κυριαρχεί το ρητορικό, το στομφώδες, η μεγαλοστομία, ο αχαλίνωτος βυρωνισμός.  

31.7.21

Άνθρωποι και Δελφίνια, Αντώνης Σουρούνης - Ανάλυση

 τύπτε δ᾽ ἐπιστροφάδην· τῶν δὲ στόνος ὄρνυτ᾽ ἀεικὴς
ἄορι θεινομένων, ἐρυθαίνετο δ᾽ αἵματι ὕδωρ.
ὡς δ᾽ ὑπὸ δελφῖνος μεγακήτεος ἰχθύες ἄλλοι
φεύγοντες πιμπλᾶσι μυχοὺς λιμένος εὐόρμου
δειδιότες
· μάλα γάρ τε κατεσθίει ὅν κε λάβῃσιν·

ὣς Τρῶες ποταμοῖο κατὰ δεινοῖο ῥέεθρα
πτῶσσον ὑπὸ κρημνούς. ὃ δ᾽ ἐπεὶ κάμε χεῖρας ἐναίρων,
ζωοὺς ἐκ ποταμοῖο δυώδεκα λέξατο κούρους
ποινὴν Πατρόκλοιο Μενοιτιάδαο θανόντος· 

                                       (Ιλιάδα, Ραψωδία Φ 20-28)

Διαβάστε εδώ το κείμενο

Α. Ανάλυση κειμένου

Εισαγωγικές επισημάνσεις

  Το αφήγημα ανήκει στη συλλογή ιστοριών, που δημοσίευσε ο συγγραφέας στις Κυριακάτικες εφημερίδες «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» και «Μακεδονία»,με τις οποίες συνεργαζόταν. Αφετηρία τους είναι η επικαιρότητα, που άλλοτε συγκινεί, άλλοτε ανησυχεί και άλλοτε θυμώνει το συγγραφέα. Οι Κυριακάτικες ιστορίες  αγαπήθηκαν, διαδόθηκαν και συγκροτήθηκαν σε βιβλίο το  2002. Όπως είχε εκμυστηρευτεί ό ίδιος ο συγγραφέας : «Αυτές οι "Κυριακάτικες ιστορίες" γράφτηκαν σχεδόν όλες για την "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία" και τη "Μακεδονία της Κυριακής.  Γράφτηκαν όλες Δευτέρα πρωί -τελευταία μέρα παράδοσης του κειμένου. Λες και ήμουν πάλι στο σχολείο. Ίσως γι' αυτό πολλές μιλάνε για παιχνίδι, όπως τότε που ήμουν μικρός, και άλλες είναι γεμάτες με γέλιο και μελαγχολία, αφού σήμερα είμαι πια μεγάλος.»

 Το αφήγημα  συγκεντρώνει  τα τεχνικά χαρακτηριστικά του χρονογραφήματος. Χρονογράφημα λέγεται το κριτικό κείμενο πάνω σε ένα  επίκαιρο θέμα. Ακριβώς επειδή το χρονογράφημα είναι η ακαριαία αντίδραση του συγγραφέα απέναντι σε ένα «φρέσκο» γεγονός, δημοσιεύεται σε εφημερίδα ή περιοδικό ή ακόμη διαβάζεται στο ραδιόφωνο. Ο χρονικογράφος   καυτηριάζει ή κριτικάρει τα καλώς ή κακώς κείμενα με στόχο την ανάδειξη αθέατων πλευρών μιας  κατάστασης, που μας αφορά όλους,  και ελπίζει σε  γενικότερο κοινωνικό προβληματισμό. 

Ο Αντώνης Σουρούνης υπηρέτησε στον εβδομαδιαίο τύπο το συγκεκριμένο είδος και  όπως ο ίδιος είχε εξομολογηθεί, ένα χρονογράφημα, που πρωτοάκουσε στα μαθητικά του χρόνια  από τον καθηγητή του, ήταν η θρυαλλίδα, για να  ανάψει μέσα του η φλόγα της συγγραφής.

Δες εδώ  φύλλο εργασίας του μαθήματος

14.7.21

Με το λεωφορείο, Τ. Καλούτσας- Ανάλυση


Διαβάστε το κείμενο
εδώ

Α. Ανάλυση κειμένου

Εισαγωγικές επισημάνσεις

Το διήγημα ανήκει στη συλλογή Το καινούργιο αμάξι (1995). Με βάση τις ιδιαίτερες ιστορικές συνθήκες και τους κοινωνικούς προβληματισμούς που καταγράφει, μπορούμε να υποθέσουμε ότι γράφτηκε κατά το διάστημα 1991-1994. 

9.7.21

Ο Κάσπαρ Χάουζερ στην έρημη χώρα, Δημήτρης Χατζής, Ανάλυση

Το κείμενο στο σχολικό βιβλίο

Εισαγωγικές επισημάνσεις

Το Διπλό βιβλίο είναι ένα νεορεαλιστικό μυθιστόρημα, έργο σταθμός  στην ιστορία  της μεταπολεμικής πεζογραφίας και από τα πλέον σημαντικά έργα που προσέγγισαν  το ξεριζωμό από την πατρίδα και ως κοινωνικό φαινόμενο και ως ατομική τραγωδία. Εκδίδεται πρώτη φορά το 1953 και στην Ελλάδα στα 1976 και επανακυκλοφορεί ένα χρόνο  με νέα επιμέλεια από το συγγραφέα. Το Διπλό βιβλίο έγινε ανάρπαστο. Το ελληνικό κοινό το ξεχώρισε αρχικά, γιατί η μετανάστευση ήταν ένα νωπό εθνικό δράμα και γιατί η πολιτική εξορία ήταν κοινωνικό φαινόμενο ακόμη ανέγγιχτο από τους συγγραφείς μας. Η δυναμική του έργου όμως  έγκειται στο γεγονός ότι πίσω από τον επίκαιρο χαρακτήρα του θέματος, ο Χατζής  ζωντανεύει όλη σχεδόν την ιστορία της μετεμφυλιακής Ελλάδας. 

       Στόχος του  ήταν να αναδείξει το διπλό δράμα των  επάλληλων γενιών. Η πρώτη μεταπολεμική γενιά, η γενιά των πατέρων, θυσιάστηκε μάταια για έναν καλύτερο, δικαιότερο κόσμο και η δεύτερη γενιά, τα παιδιά τους, αναγκάστηκε να τον αναζητήσει  μακριά από την πατρίδα. Μοιραία ούτε σ΄ αυτόν τον κόσμο μπόρεσε να ενταχθεί, ούτε να επιστρέψει ποτέ στο δικό της. Οι μετανάστες ξεκομμένοι από την πατρίδα τους, όχι ως γεωγραφική περιοχή και αίσθημα, αλλά ως τρόπο ζωής και ζωντανή πραγματικότητα αγωνίζονταν μάταια να ενταχθούν στις ξένες αναπτυσσόμενες χώρες χωρίς να χάσουν τα ατομικά και εθνικά τους χαρακτηριστικά. Για να συμφιλιωθούν με τον ξένο τρόπο ζωής όμως, μοιραία ξέκοβαν από τον παλιό εαυτό τους.  Αλλά και όσοι επέστρεφαν στην πατρίδα μετά από 20 ή και 30 χρόνια, έρχονταν αντιμέτωποι με ένα κόσμο αλλόκοτο και ξένο, με τον οποίο δεν μπορούσαν να συμφιλιωθούν.  Το προσκύνημα στα πάτρια χώματα, από το οποίο αντλούσαν δύναμη στα ξένα, τούς  γνώριζε μια άλλη Ελλάδα, τη μικρή Eλλάδα με τη μαγεία αλλά και με τη μιζέρια της.  Ο νόστος, «το παραμύθι του Oδυσσέα για το ταξίδι της ανάγκης», όπως έγραψε κάποτε ο  Χατζής, δεν μπόρεσε  να επουλώσει τα τραύματα του ξεριζωμού, ούτε όμως να συγκολλήσει τις ηθικές και πνευματικές  ρωγμές  που άνοιξε μέσα τους η αποξένωση από την πατρίδα. Αισθάνονται τελικά μετέωροι, διχασμένοι,  ξεριζωμένοι μέσα στον ίδιο τους τον τόπο.  Η συντριβή και η απογοήτευση τούς οδηγεί στη μοναξιά, την απομόνωση, την εσωστρέφεια και την περιθωριοποίηση.

👇


5.7.21

Ο Παχύς και ο Αδύνατος, Α. Π. Τσέχωφ, Ανάλυση

 

Ο σιδηροδρομικός σταθμός του τσάρου Νικολάου


Το κείμενο

Εισαγωγικές επισημάνσεις και ένταξη του έργου στην εποχή του

Το διήγημα δημοσιεύτηκε στα 1883. Βρισκόμαστε, λοιπόν, στην προεπαναστατική Ρωσία ˙ μια ανάσα πριν από τις επαναστάσεις του 1905 και του 1917. Έχει προηγηθεί η κατάργηση της δουλοπαροικίας από τον Τσάρο Αλέξανδρο το Β΄ στα 1861. Ο παππούς του Τσέχωφ ήταν δουλοπάροικος και ο πατέρας του έζησε ως δουλοπάροικος το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Οι δούλοι απελευθερώθηκαν, αλλά ο ρωσικός λαός δεν έχει οχυρωθεί απέναντι στην πολιτική και οικονομική βία. Ο Τσάρος δεν έχει προχωρήσει σε τολμηρές μεταρρυθμίσεις που θα κατοχύρωναν τα δικαιώματα του λαού και από την άλλη μεριά η άρχουσα τάξη, οι πανίσχυροι φεουδάρχες έχουν την καθεστωτική στήριξη να καταπιέζουν και  να εκβιάζουν τους εργάτες. Όσο δε οι προνομιούχοι οσμίζονται ότι η ανερχόμενη αστική τάξη και οι επαναστατικές, μαρξιστικές ιδέες  απεργάζονται την κατάρρευση της κοινωνίας ανισοτήτων, τόσο σκληραίνουν τη στάση τους. Την περίοδο αυτή ο ρωσικός λαός, εργάτες, αγρότες, μουζίκοι, ζουν μια άθλια ζωή μέσα στην ανέχεια, την αμάθεια και την απελπισία. Πολλοί αυτοκτονούν λόγω φτώχειας. Γνωρίζουν τη βιοπάλη από την ηλικία της αθωότητας, όπως άλλωστε και ο ίδιος ο συγγραφέας, υιοθετούν σιγά- σιγά και τις επαναστατικές ιδέες, αποτινάσσουν τη μοιρολατρία τους, αλλά παρόλο που κλυδωνίζουν το σύστημα με ηχηρές εξεγέρσεις, δεν καταφέρνουν να το κατεδαφίσουν. Ακόμα.

1.7.21

Δουλειά χωρίς ελπίδα, Σάμιουελ Τέιλορ Κόλεριτζ -Ανάλυση

Melancholia, or Breton Eve, Paul Serusier.1890

 Β΄μέρος:  Το κείμενο  

Εισαγωγικές επισημάνσεις και ένταξη του έργου στην εποχή του

    Γραμματειακό είδος:  σονέτο

Ο Κόλεριτζ  συνέθεσε το ποίημα στις 21 Φεβρουαρίου του 1825 και αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα  της γραφής του  και της τεχνοτροπίας του Ρομαντισμού. Φέρει τα πιο ουσιώδη χαρακτηριστικά του κινήματος:

19.6.21

Ο Ζωγράφος, Γρηγόριος Παλααιολόγος

Αποκριά στην Αθήνα, Νικόλαος Γύζης π. 1892

Β΄μέρος – Το κείμενο

Εισαγωγικές επισημάνσεις και ένταξη του έργου στην εποχή του

Χώρος της ιστορίας είναι η Αθήνα και χρόνος η Οθωνική περίοδος, κατά την οποία κυριάρχησε ο νεποτισμός, η πολιτική διαφθορά, η εθνική διχόνοια, οι συνωμοσίες, η ξενομανία, η προγονοφοβία, η προγονολατρία  και οι διωγμοί εθνικών ηρώων ( Κολοκοτρώνης). Ο Παλαιολόγος ασκεί κριτική της πολιτικοκοινωνικής κατάστασης  με έκδηλη  σατιρική διάθεση.

4.5.21

Ο Ζητιάνος, Ανδρέας Καρκαβίτσας- Ανάλυση, Απαντήσεις


Α.
Εισαγωγικές επισημάνσεις και ένταξη του έργου στην εποχή του

Γραμματειακό είδος: Κοινωνικό νατουραλιστικό μυθιστόρημα με ηθογραφικά και πλούσια λαογραφικά στοιχεία. (απόσπασμα) 18961897

       Η κατάταξη του Ζητιάνου σε ένα λογοτεχνικό γένος αποτέλεσε αντικείμενο φιλολογικού προβληματισμού και παραμένει ανοιχτό ζήτημα. Ορισμένοι  υποστήριξαν ότι είναι ηθογραφική νουβέλα, άλλοι μυθιστόρημα και ορισμένοι πολυσέλιδο διήγημα.. Ο Π. Δ. Μαστροδημήτρης σημείωσε ότι στην Πεζογραφία πολλές φορές  είναι δύσκολη η διάκριση της νουβέλας από το διήγημα, ενώ από την άποψη της σύνθεσης ευρύτερων καταστάσεων, η νουβέλα ανήκει σε έναν βαθμό στο γένος του μυθιστορήματος. Έπειτα από όλα αυτά – καταλήγει- δεν θα είχε νόημα να επιμείνουμε σε έναν μονολεκτικό ειδολογικό χαρακτηρισμό.

      Το έργο χωρίζεται σε πέντε κεφάλαια, τα οποία φέρουν  τους ακόλουθους τίτλους :

1. Το συναπάντημα
2. Mυστήρια της Ζητιανιάς.
3. Τα βότανα
4. Ο Βρυκόλακας
5. Δικαιοσύνη

Το σχολικό απόσπασμα ανήκει στο  β΄ κεφάλαιο του έργου, στα Μυστήρια της Ζητιανιάς.

 Β. Το ιστορικό πλαίσιο της συγγραφής του Ζητιάνου

27.3.21

Η εσχάτη των ποινών, Νίκος Χουλιαράς- Ανάλυση και Φύλλο εργασίας



Εισαγωγικές επισημάνσεις

Το διήγημα «Η εσχάτη των ποινών» ανήκει στη συλλογή « Μια μέρα πριν δυο μέρες μετά, που δημοσιεύτηκε το 1998. Το έργο έχει καταγραφεί ως συλλογή διηγημάτων. Κλίνει όμως μάλλον προς το σπονδυλωτό μυθιστόρημα, καθώς συγκροτείται από μικρές ιστορίες αυτόνομες αλλά και οργανικά δεμένες μεταξύ τους. Όλες οι  ιστορίες διαδραματίζονται στην Αντίπαρο, κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Ήρωες είναι οι μόνιμοι  κάτοικοι του νησιού αλλά  και κάποιοι περαστικοί, τουρίστες, επισκέπτες, παραθεριστές. Ο συγγραφέας σκιαγραφεί τους χαρακτήρες σε βάθος, συμπλέκει τις μοναχικές τους διαδρομές, ζωντανεύει πρωτότυπες καταστάσεις και παρουσιάζει το ποικιλόχρωμο ψηφιδωτό του μικρού νησιού. Καταφέρνει με χιούμορ και ρεαλισμό να ανασύρει στην επιφάνεια τα βαθύτερα όνειρα των ανθρώπων, αλλά και να αναδείξει τη δραματική πλευρά της ζωής τους.

 Για το Φύλλο εργασίας δες εδώ

Για ενδεικτικές απαντήσεις στις ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου δες εδώ

15.2.21

Ποσειδώνας, Φραντς Κάφκα- Ανάλυση κειμένου, Απαντήσεις και Φύλλα εργασίας

Φωτογραφία: Gabriel Isak's



Εισαγωγικές επισημάνσεις και ένταξη του έργου στην εποχή του

Γραμματειακό είδος: Διήγημα

Ο Ποσειδώνας, διήγημα της μιας παλάμης,  περιλαμβάνεται στη συλλογή "Η Σιωπή των Σειρήνων". Ο συγγραφέας με χιουμοριστικό ύφος και ήρωα ένα γέννημα της θρησκευτικής φαντασίας των αρχαίων Ελλήνων δίνει πραγματική μορφή και υπόσταση σε μια κατάσταση, η οποία  βασανίζει πολλούς ανθρώπους στην πραγματική ζωή. Ένας καθ’ όλα ευυπόληπτος κύριος και σκληρά εργαζόμενος επαγγελματίας πνίγεται από τα καθήκοντά του και είναι αλλοτριωμένος από τη χαρά της δημιουργίας και την αληθινή ζωή. Ο Ποσειδώνας, προσπαθεί να τα βγάλει πέρα μέσα σε έναν κόσμο που τον τοποθέτησαν ισχυρότερες από αυτόν δυνάμεις προαιώνιες και ακατανίκητες.

6.12.20

Οι μεγάλοι, Τζένη Μαστοράκη

Πίνακας: Αχιλλέας Πιστώνης

Το ποίημα: εδώ

 

Α΄ μέρος – Το κείμενο

 

Εισαγωγικές επισημάνσεις και ένταξη του έργου στην εποχή του

Γραμματειακό είδος: ποίημα

Το ποίημα ανήκει στην πρώτη ποιητική συλλογή της Τζένης Μαστοράκη, τα Διόδια, την αφετηρία της ποιητικής διαδρομής της. Όταν συνέθετε το ποίημα, η δημιουργός ήταν μόλις 23 ετών.  Τα Διόδια εκδόθηκαν στα 1972 και περιλαμβάνουν σύντομα ποιήματα, τα οποία εκφράζουν την οξεία αμφισβήτηση και την κριτική ματιά της γενιάς του ΄70 απέναντι στην προηγούμενη γενιά, τη γενιά του ‘40, η οποία είναι τώρα στην ωριμότητά της. Στην Ελλάδα είχε επιβληθεί το διδακτορικό καθεστώς. Η  νέα γενιά εγκυμονεί την ανατροπή του και οι νέοι ποιητές συνενώνουν την προσωπική τους φωνή, ώστε να αποτελέσει συλλογική κοινωνική έκφραση. Ο Β. Στεριάδης παρατηρεί : « Η αλήθεια είναι ότι στην ποίηση αυτή, εκτός από εξαιρέσεις, δε δηλώνεται ρητά το γεγονός ότι έχουμε δικτατορία. Προκύπτει όμως ξεκάθαρα από την εμφανή προσπάθεια να τρυπηθεί το κέλυφος κάποιας επιβεβλημένης σιωπής.». Σ΄ αυτή την «κοινωνική ποίηση» στρατεύεται και η  δημιουργός με τα «Διόδια» ασκώντας έλεγχο στις καθιερωμένες αξίες, στα κοινωνικά παραδεκτά και τους  θεσμούς με τρόπο καυστικό και αιχμηρό και μια γλώσσα με τη σπίθα της πρόκλησης. Ωστόσο, στο ποίημα που ανθολογείται στο σχολικό βιβλίο η διάθεση απέναντι στους Μεγάλους δεν έχει δηλητηριώδη επιθετικό χαρακτήρα. Αποτελεί περισσότερο μια διακριτική πράξη αποστασιοποίησης από τη παλιά γενιά μετά από ένα βλέμμα κατανόησης.  


Ενδεικτική προσέγγιση – Ανάλυση του κειμένου

Το θέμα

 

Τον πυρήνα του ποιήματος αποτελούν δυο στοιχεία, η παλιά γενιά, η γενιά του ‘40 και η νεότερη, η γενιά του ‘70. Η ποιήτρια ως μέλος της νεότερης γενιάς, έχοντας συνείδηση της ιστορικής πορείας της μεγαλύτερης, προβάλλει τα βιώματά, που σφράγισαν τη δική τους ζωή αλλά χάραξαν μοιραία και τη δική της. Άρα το θέμα είναι ο διάλογος δυο επάλληλων γενεών.

 

Ο τίτλος

Οι μεγάλοι: Ο τίτλος φανερώνει τη γενιά που κρίνεται, τη γενιά των μεγάλων. Αυτή είναι η γενιά που πρωταγωνιστεί, διαμόρφωσε και διαχειρίζεται την πραγματικότητα, αλλά και αυτή που αφήνει την παρακαταθήκη της στην επερχόμενη.

Δομή

Μολονότι το ποίημα αποτελεί ένα αδιαίρετο όλον, επειδή  η νέα γενιά αντιλαμβάνεται τον εαυτό της μέσω της σύγκρισης  με την προηγούμενη και το ποίημα διαρθρώνεται πάνω στο δίπολο : οι μεγάλοι εμείς,  μπορεί να διαιρεθεί σε δύο ενότητες  :

1.                στ. 1-18 οι μεγάλοι/ η προηγούμενη γενιά και οι αποσκευές της 

2.                στ. 18-21 εμείς/ η νεότερη γενιά και οι αποσκευές της

 

Πρώτη ενότητα

Η αρχή (οι μεγάλοι κουβαλούν πάντα μέσα τους) και το τέλος του ποιήματος (εμείς κουβαλάμε, απλούστατα μέσα μας τους μεγάλους ) αποτελούν τις δύο θεματικές εστίες του ποιήματος. Η ποιητική φωνή ανήκει στη νέα γενιά. (εμείς κουβαλάμε). Στην πρώτη ενότητα  η ποιητική φωνή,  στρέφει την προσοχή της στους μεγάλους. Στη δεύτερη κοιτάζει βαθιά τον εαυτό της, για να τους ανακαλύψει ξανά. Οι δυο γενιές στέκονται αντίκρυ. 

     Οι μεγάλοι προσδιορίζονται άμεσα χρονικά στους τρεις πρώτους στίχους: είναι αυτοί που έζησαν στα πιο τρυφερά τους χρόνια τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, την κατοχή, την πείνα, τον εμφύλιο, την αρπαγή της εξουσίας από το λαό, τη χειραγώγηση της χώρας από  τις ξένες δυνάμεις. Κάθε εποχή εμφανίζει και διαμορφώνει έναν διαφορετικό τύπο ανθρώπου. Ο καθένας είναι και δημιουργός και δημιούργημα της εποχής του. Έτσι, η παλιά γενιά κουβαλάει ανεξίτηλα τα βιώματα, τα τραύματα και τους προσανατολισμούς της εποχής της. Αυτά αναπαριστά η ποιήτρια με μια αλυσίδα  εικόνων της καθημερινής τους ζωής: Κουβαλούν ακόμη μέσα τους το παιδί που ήταν κάποτε, γιατί δεν πρόλαβαν να χαρούν ανέφελα τα παιδικά τους χρόνια. Η  βιαιότητα του πολέμου τούς στέρησε το παιχνίδι, την ανεμελιά, τη ξενοιασιά, την πίστη στο μέλλον  και τους ανάγκασε να αναλάβουν ευθύνες πρόωρες για την ηλικία τους.  Οι περισσότεροι έζησαν  οικογενειακές τραγωδίες, στο άμεσο ή στο πλησιέστερο περιβάλλον. Από μωρά χωρίς οικογενειακή σκέπη, το σπίτι γκρεμισμένο, ο πατέρας σκοτωμένος, το χωριό καμένο, το ψωμί λιγοστό, αναδουλειά, αποδιοργάνωση, φυλακίσεις, ξενιτεμός, εγκατάλειψη, συντρίμμια, αρρώστιες, φτώχεια.  Κουβαλούν πάντα μέσα τους το κορίτσι που δεν πρόλαβαν να φιλήσουν. Το πρώτο καρδιοχτύπι, την πρώτη σπίθα του έρωτα το θυμούνται ακόμη, με συγκίνηση και καημό,  γιατί έμεινε ανεκπλήρωτο και έχουν ακόμη τη λαχτάρα για το  πολύτιμο, ταπεινό χορταράκι, έναν αγιάτρευτο καημό λαχανίδας που τους κράτησε ζωντανούς. Το πρώτο χνούδι στο πανωχείλι τους , σήμανε την απαρχή της εφηβείας τους, μιας ωριμότητας που ήρθε πρόωρα όχι ως βιολογική μετάβαση αλλά ως κοινωνική απαίτηση και ιστορική εντολή. Η εποχή απαιτούσε το μέστωμα της ψυχής και της συνείδησης.

     Οι μεγάλοι κουβαλάνε μέσα τους τις ποιητικές φωνές που αντήχησαν τις πνευματικές τους ανησυχίες (τους βαρβάρους του Καβάφη) και τη ζωηρή ανάμνηση της καχεξίας και της αδυναμίας (μια παλιά φυματίωση). Τις μέρες (τις μέρες τους καταχωρισμένες σε δελτία τροφίμων) τις μέτραγαν από το αριθμημένο κουπόνι της κατοχής που τους εξασφάλιζε μερίδιο από το συσσίτιο και άλλη μια μέρα ζωής. Ο χρόνος ήταν μια αλλιώτικα εκτιμημένη αξία, συνδεδεμένος  με την αβέβαιη εγγύηση της επιβίωσης. Έμαθαν να ζουν με τα πιο λίγα, να αξιοποιούν και τα πιο περιφρονημένα, να επινοούν τα αναγκαία και να αρκούνται σ’ αυτά. (Ένα καρφί στο τοίχο μπορούσε να σημαδέψει μια εποχή- τα καλοκαίρια ξυριζόντουσαν με τον καθρέφτη κρεμασμένο στο παράθυρο.) Και όπως μεγάλωσαν με λίγα, έτσι ονειρεύονται το λίγο αλλά δικό τους,  όνειρα συνοικιακά, απλά, περιορισμένα, εφικτά. Με τα λίγα και ακριβά υλικά τους ήλπιζαν να κερδίσουν ένα μερίδιο ευτυχίας.

       Είναι φανερό ότι η προηγούμενη γενιά ήταν μια βασανισμένη γενιά. Οι μεγάλοι έζησαν την πείνα, τον πόλεμο, τη φτώχια, το πένθος, την βίαιη ενηλικίωση, την βεβαιότητα ότι έτσι απλά αύριο μπορεί να μην υπάρχουν. Δεν πρόλαβαν να χαρούν. Όμως αυτή η γενιά είχε την ίδια στιγμή την τύχη να λαχταράει ένα φιλί. Να συγκινείται με την ποίηση, να ονειρεύεται όχι το πολύ και το μεγαλειώδες, αλλά  το απλό, το  προσιτό, αυτό που βρίσκεται στο ύψος της καρδιάς. Να αισθάνεται ευγνωμοσύνη για το γεμάτο πιάτο, να ξεπερνά ποιητικά δυσκολίες που θα αδρανοποιούσαν τη σύγχρονη χορτάτη γενιά. Αυτοί που έμαθαν ότι τίποτε δεν είναι δεδομένο εκτιμούν συνήθως τη ζωή περισσότερο.

       Είναι, επίσης, φανερό ότι η προγενέστερη γενιά δεν εξυμνείται ούτε  αποθεώνεται. Η ποιήτρια δεν αντιμετωπίζει τη γενιά του πολέμου με δέος ή ευγνωμοσύνη. Δεν επιμένει σ΄ αυτά που κατάφεραν, αλλά σ’ αυτά που στερήθηκαν. Γι’ αυτό  επιλέγει να τους παρακολουθήσει στην καθημερινότητά τους. Ο ποιητικός φακός δεν εστιάζει  στα τρόπαιά τους αλλά στα τραύματά τους. Δεν ζωντανεύει τη ζωή ηρώων αλλά τη ζωή του απλού μέσου Έλληνα, που η ιστορική μοίρα του κληροδότησε μια βάναυση πραγματικότητα στην πιο ωραία ηλικία του. Δεν τους ισοπεδώνει και ασφαλώς δεν τους απορρίπτει. Οι τελευταίοι στίχοι, άλλωστε. δηλώνουν ξεκάθαρα ότι εμπεριέχει τους μεγάλους. Πώς θα μπορούσε λοιπόν να απορρίψει το μεγαλύτερο μέρος του εαυτού της; Προσεγγίζει με τρυφερότητα, συγκρατημένο λυρισμό και ώριμη κατανόηση αυτούς που τώρα ζουν την ηλικία της ανταμοιβής, των κόπων, της ελπίδας, του αγώνα τους. Οι σκηνές που περιγράφει είναι απόλυτα ρεαλιστικές και προβάλλονται χωρίς συναισθηματικές εξάρσεις, λιτά και προσεκτικά. Έτσι, ο λόγος της διατηρεί μόνο τις αποχρώσεις μιας ελαφριάς ειρωνείας, που δεν φτάνει σε υψηλούς τόνους, δεν γίνεται σαρκασμός ή πρόκληση.

     Την παλαιότερη γενιά, τους μεγάλους, τους παρακολουθούμε σε χαρακτηριστικά στιγμιότυπα της ζωής τους, αλλά  δεν τους ακούμε. Αν όμως λάβουμε υπόψη μας την ομολογία της ποιήτριας, ότι η γενιά της κουβαλάει μέσα της τους μεγάλους, τότε οι μεγάλοι μιλούν μέσω των παιδιών τους και όλα τα βιώματα διασώθηκαν αρχικά με τη δική τους φωνή.

 

Δεύτερη  ενότητα

Η δεύτερη ενότητα αποτελείται μόνο από τρεις στίχους. Σ΄ αυτήν την περιορισμένη ποιητική περιοχή, η φωνή θα αποκαλύψει την ταυτότητά της, καθώς και την οργανική σχέση της με τους μεγάλους. Εμείς κουβαλάμε, απλούστατα, μέσα μας τους μεγάλους: Η ποιητική φωνή αυτοπροσδιορίζεται χρονικά. Είναι η γενιά που διαδέχτηκε τη βασανισμένη γενιά του πολέμου. Είναι οι απόγονοι των μεγάλων. Η προηγούμενη γενιά λοιπόν θεωρείται και αποτιμάται με τα μάτια της νεότερης γενιάς. Λόγω του α΄ πληθυντικού της ποιητικής αφήγησης, (εμείς) αντιλαμβανόμαστε ότι η φωνή δεν εκφράζει μόνο τον εαυτό της , αλλά μιλάει ως εκπρόσωπος, ως εκφραστής έστω της γενιάς της. Έτσι, η θεώρηση των πραγμάτων χάνει την περιορισμένη δύναμη που θα είχε μια υποκειμενική άποψη και υψώνεται σε φωνή συλλογική, άρα φωνή πιο ηχηρή, υπολογίσιμη. Η γνώμη της δεν είναι μια προσωπική εκμυστήρευση,  είναι κοινό απόσταγμα της εμπειρίας της γενιάς της, άρα έχει βαρύτητα και κύρος.

Κύρος έχει βέβαια και η γενιά που κρίνεται. Είναι γενιά βασανισμένη και καταξιωμένη, αγωνίστηκε να επιβιώσει και να διασώσει αξίες και αρχές. Η ποιητική φωνή το ξέρει αυτό. Δεν ζει ερήμην του παρελθόντος, έχει συνείδηση του ιστορικού ρόλου των μεγάλων, της συμβολής τους στην εξέλιξη και των λαθών και παραλείψεών τους. Ξέρει, επομένως, σε ποιο σημείο ιστορικής εξέλιξης βρίσκεται και η δική της γενιά: Τι κληροδοτήματα έχει και τι χρέη. Φέρει, δηλαδή, μέσα της την ιστορικότητα. Με τη δήλωσή της «εμείς κουβαλάμε τους μεγάλους» εννοεί ότι η νέα γενιά, όπως κάθε διάδοχη γενιά,  έχει μέσα της και τις βιωμένες αξίες των μεγάλων. Η μιζέρια, η φτώχεια, η ανασφάλεια, τα λίγα ή τα πολλά γράμματα, οι ανεκπλήρωτοι πόθοι, οι φοβίες, οι βασανισμοί, τα συμπλέγματα και τα απωθημένα, όλα αυτά που έπλασαν το χαρακτήρα των μεγάλων, μεταβιβάστηκαν άλλοτε ανεπαίσθητα και άλλοτε σκόπιμα και μοιραία διαμόρφωσαν και το ήθος της δικής της γενιάς. Απλούστατα γιατί όλα εγγράφονται στη γεωγραφία της συλλογικής μνήμης μέσω της διαπαιδαγώγησης, της συνειδητής ή ασύνειδης επίδρασης που ασκεί κάθε γενιά στην επόμενη. Απλούστατα γιατί  οι διαφορές  και οι ομοιότητες των επάλληλων γενιών είναι φαινόμενο τόσο παλιό όσο κι ο κόσμος και διαδραματίζεται με την ακρίβεια φυσικού νόμου. Είναι  τυπικό όσο και υγιές, γιατί κάθε νέα γενιά  ζει σε μια νέα φάση του ιστορικού χρόνου, άρα διαμορφώνει τον δικό της κώδικα αξιών,  κάνει τα δικά της όνειρα και  διεκδικεί το δικαίωμά της να αρθρώσει τη δική της αλήθεια. Όμως τα μέσα αξιολόγησης της αλήθειας, ακόμη και οι τρόποι κατεδάφισης του παλιού κόσμου και της ανοικοδόμησης του νέου φέρουν πάντα τη ζωντανή επιρροή της απερχόμενης γενιάς. Οι γενιές αναπτύσσουν έναν αέναο διάλογο μεταξύ τους, που τις ωριμάζει και τις καταξιώνει

     Οι μεγάλοι λοιπόν είχαν την άμεση ζωντανή εμπειρία του πολέμου. το προσωπικό βίωμα. Η νέα γενιά έχει αντίστοιχα τις καταβολές, ζει τον απόηχο, το κληρονομημένο βίωμα.

 

Γλώσσα

 Γενικά τα ποιήματα της Τζένης Μαστοράκη παρουσιάζουν πλούσια απόκλιση στο γλωσσικό ύφος και φαίνεται ότι η δημιουργός   χειρίζεται ποικιλία υφολογικών αποχρώσεων πάντα με μεγάλη άνεση και αυτοπεποίθηση. Στους «Μεγάλους» η γλώσσα είναι απλή, άμεση, ευθύβολη, διαυγής, ξεκάθαρη, στο επίπεδο της καθημερινής ομιλίας. Το γεγονός ότι η ποιήτρια προσεγγίζει την προηγούμενη γενιά, χωρίς διάθεση να την εξυμνήσει και να την αγιοποιήσει, αλλά ούτε και να την επικρίνει επηρέασε ασφαλώς και την εκφορά του ποιητικού λόγου. Η γλώσσα είναι ουδέτερη, αποφεύγεται η άμεση εξομολόγηση. Αναδίδει μια  συγκρατημένη τρυφερότητα προς τη γενιά των μεγάλων και παραμένει γλώσσα χαμηλόφωνη, χρωματισμένη με ελαφρά, ήπια ειρωνεία. Δεν έχει καμία ποιητική εκζήτηση και περιλαμβάνει λέξεις που δεν θα συναντούσαμε σε ποιήματα προηγούμενων λογοτεχνικών περιόδων, όπως : κουβαλάμε, καταχωρισμένες, απλούστατα, καρότσα.

  

Ύφος

Το ύφος είναι απλό, φυσικό, γήινο, λιτό με απαλούς λυρικούς τόνους.

 

 Ποιητική αφήγηση

Το ποίημα ξεκινά και τελειώνει με τον ίδιο τρόπο, άρα ακολουθεί το σχήμα – κύκλος, Η ποιητική αφήγηση ξετυλίγεται με εικόνες της καθημερινής ζωής, στιγμιότυπα που αναπαριστούν ανάγλυφα τα νεανικά χρόνια των μεγάλων : το βιβλίο του Καβάφη, το καθρεφτάκι στο δέντρο για το ξύρισμα, το χνούδι στα χείλη, το δελτίο τροφίμων στο χέρι.. Η χρήση του α΄ πληθυντικού (εμείς και όχι εγώ)  δηλώνει ότι η ποιήτρια δεν εκφράζει μόνο τον εαυτό της, αλλά μιλάει ως εκφραστής  της γενιάς της. 

Γ΄ μέρος

 

Παράλληλο κείμενο ( ενδεικτικοί άξονες προσέγγισης )

1.«Το στοιχείο της σάτιρας και του χιούμορ στη νεότερη ποιητική γενιά» Η κριτική της παντομίμας, Νόρα Αναγνωστάκη, Κέδρος, 1977

  Ερώτηση

       i.     Διακρίνετε στοιχεία της « ασοβάρευτης γλώσσας», όπως  ονομάζει τη γλώσσα της νέας ποιητικής γενιάς η συγγραφέας,  στο ποίημα της Μαστοράκη;

     ii.     Μελετήστε το ακόλουθο ποίημα.

- Η Ποιήτρια αποτυπώνει τα βιώματα της γενιάς της. Ποια είναι αυτά; Μπορείτε να προσδιορίσετε σε ποια εποχή αναφέρεται;

- Τι νομίζετε ότι  εκφράζει η Ποιήτρια για την εποχή, στην οποία μεγάλωσε; Νοσταλγία; Απογοήτευση; Ενοχή; Περηφάνεια; Κάτι άλλο;  Να βασίσετε την απάντησή σας σε σχετικούς κειμενικούς δείκτες.

- Άσκηση Δημιουργικής γραφής: Με καμβά το ποίημα, ξεκινώντας από τη φράση «Έτσι μεγαλώσαμε»… να συνεχίσετε αναφέροντας τις δικές σας  καθημερινές σας συνήθειες, οι οποίες καθρεφτίζουν την εποχή σας. (ποίημα ή πεζογράφημα)

 

«Κλειδιά στο τραπέζι», Χρύσα Μαστοροδήμου

έτσι μεγαλώσαμε
μέρες βουτηγμένες προσμονές
σε κουταλάκια του γλυκού
βανίλια υποβρύχιο
ραδιοφώνου παράσιτα


αφιερώσεις σε όνειρα πειρατικά
ρητορείες, ψευτοπολιτική
δήθεν αριστεροί,
δήθεν σωσίες
δήθεν φιλοπάτριδες ή ορθολογιστές

έτσι ζήσαμε

μεροκάματα φθηνά
ελπίδες σταυρωμένες
μεγάλους έρωτες σε δωμάτια μικρά
λόγια και πράξεις δανεικά


πρόσκαιρη δόξα ντύθηκαν οι κισσοί
της εξουσίας την ποδιά χαϊδεύοντας
βούλιαξαν οι αμάρανθοι[i] στο κάθε μέρα
κι οι τάτουλες[ii] στο πουθενά έτσι μεγαλώσαμε


έτσι μεγαλώσαμε

με χύμα αλκοόλ και φθηνό καπνό
φουμέρνοντας
ροκ ψευδαισθήσεις
μεθώντας με κλεμμένους ουρανούς
ανίδεοι μα όχι τόσο αθώοι


προσδοκώντας
μια ταινία της Κυριακής
απότομα γινήκαμε κομπάρσοι
σε ταινία υπερπαραγωγής

έτσι ωριμάσαμε

σε ένα παιχνίδι προκαθορισμένο
πιόνια στημένα στη σειρά
θαρρώντας τα άμοιρα
πως είναι για όλους τα εκλεκτά

έτσι γελάσαμε πικρά

αντικρίζοντας τα βρόχινα όνειρά μας
κλειδιά σκουριασμένα
σε άδειο τραπέζι
πεταμένα αδιάφορα

[i] Αμάρανθος - αγριολούλουδο της ελληνικής υπαίθρου 

[ii] Τάτουλας -μονοετές φυτό, επιστημ. Στραμώνιο, κοινή ονομασία διαβολόχορτο

 

Ενδεικτικές Απαντήσεις στις ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου 

1.    Βρείτε τα στοιχεία που συνθέτουν την εποχή «των μεγάλων» καθώς και τα βιώματα των ανθρώπων της εποχής αυτής.

Οι μεγάλοι έζησαν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, την Κατοχή, τον Εμφύλιο και τις μακρόχρονες προσπάθειες της χώρας να ανασυνταχθεί και να ορθοποδήσει. Δεν πρόλαβαν να χαρούν το πρώτο καρδιοχτύπι, την  ανεμελιά,  τη χαρά της ηλικίας της αθωότητας. Ο πόλεμος και η πείνα τούς εξανάγκασαν να σκέφτονται μόνο πώς και αν θα επιβιώσουν. Η στέρηση και η λαχτάρα ακόμη και για τα ταπεινά βρώσιμα χορτάρια τούς άφησε μέχρι την ωριμότητά τους τη γεύση τους. Ανακάλυπταν  τα πρώτα σημάδια της εφηβείας πρώιμα και οι ανησυχίες τους τους έστρεφαν σε στοχαστικές αναζητήσεις. Οι περισσότεροι από την πείνα και την καχεξία εξασθενούσαν και αρρώσταιναν και όσοι τυχεροί επιβίωσαν έφεραν ακόμη στην ωριμότητά τους τις μνήμες της εξάντλησης του οργανισμού τους. Τους έλειπαν τα μέσα και για τα πιο απλά πράγματα και έμαθαν να ζουν χωρίς ανέσεις. Γι’ αυτό και τα όνειρά τους δεν είναι μεγαλεπήβολα και φανταχτερά αλλά απλά και μετρημένα.

2. Συγκρίνετε το τέλος με την αρχή του ποιήματος και σχολιάστε τη σημασία της φράσης  «Εμείς κουβαλάμε …. μεγάλους»;

       Η πρώτη λέξη του ποιήματος και η τελευταία είναι η ίδια: οι μεγάλοι-τους μεγάλους. Η ποιήτρια αξιοποιεί το λογοτεχνικό σχήμα του κύκλου. Αυτή η κύκλωση των εποχών και η αδιάλειπτη διαδοχή της μιας γενιάς από την άλλη είναι και το μήνυμα του ποιήματος. Έτσι, ενισχύεται η ιδέα της διαλεκτικής σχέσης μεταξύ επάλληλων γενιών.

Οι πρώτοι και οι τελευταίοι στίχοι αντιπαρατίθενται έτσι όπως αντιπαρατίθενται οι γενιές μεταξύ τους.. Οι μεγάλοι ζουν με τα έργα τους, τις παραλείψεις τους, τα ιδανικά τους, τα αλύτρωτα ή πραγματωμένα όνειρά τους, τα δημιουργήματά τους. Ανάμεσα σ΄ αυτά είναι και τα παιδιά τους. Στα παιδιά τους μεταβιβάζονται οι αρχές τους, τα πάθη τους, οι αδυναμίες τους, οι ιδέες τους, τα βιώματα τους άλλοτε ως ζωντανή ιστορική μνήμη και άλλοτε ως μεθοδευμένη προσπάθεια αγωγής.

       Η τελευταία φράση σημαίνει ότι οι νεότεροι δέχονται την άμεση επιρροή των μεγαλύτερων μέσω της διαπαιδαγώγησής τους, μέσω των διηγήσεων των πατέρων, μέσω των ιδανικών που υπηρετούν καθημερινά, μέσω του υποδείγματος ζωής που προτείνουν συνειδητά ή ασυνείδητα. Όλοι μας όσο και να διαμορφώνουμε τη δική μας αυτόνομη και ελεύθερη προσωπικότητα φέρουμε μέσα μας τα βιώματα των μεγάλων. Αυτά αποτελούν και τη δική μας κληρονομιά. Είναι μια ζωντανή πραγματικότητα που την εμπεριέχουμε. Οι μεγάλοι έχουν δημιουργήσει έναν κώδικα αξιών, που τον έχουμε εσωτερικεύσει, είτε τον δεχόμαστε είτε όχι. Οι νέοι μπορεί να υφαίνουν τα δικά τους σχέδια και να υψώνουν τα δικά τους λάβαρα, αλλά εμπεριέχουν τους μεγάλους ως μια ζωντανή πραγματικότητα.


3.    Η ποιήτρια όταν γράφει το ποίημα είναι περίπου είκοσι ετών. Οι «μεγάλοι» γι’ αυτήν –δηλαδή η γενιά των γονιών της- έχουν ζήσει την εποχή του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Οι δικοί σας «μεγάλοι» ποιας εποχής βιώματα κουβαλούν μέσα τους και με ποιον τρόπο σάς τα κοινοποιούν  ;

(Δίνεται μια ενδεικτική απάντηση, που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υποκαταστήσει αυτό που θα γράψεις εσύ με τις δικές σου εμπειρίες και τον δικό σου τρόπο)

Οι δικοί μου μεγάλοι δεν ανήκουν στη γενιά του Πολυτεχνείου, αλλά της Μεταπολίτευσης, Από την πτώση της Χούντας και από την κατάργηση της Βασιλείας με το δημοψήφισμα του 1974 έχουν θολές μνήμες, καθώς φοιτούσαν στις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Όμως τα πρώτα χρόνια της αποκατάστασης της Δημοκρατίας και κυρίως της ωρίμανσής της, τη θέσπιση και αργότερα την αναθεώρηση του Συντάγματος τα βίωσαν στην εφηβεία τους και έτσι μπορούσαν να τα αξιολογήσουν. Έζησαν σε μια μεταβατική περίοδο. Τα βιώματά τους τα πληροφορούμαστε με ποικίλους τρόπους, Συνηθίζουν να μας μιλάνε για τα δικά τους όνειρα που είναι τώρα για μας δεδομένα, αλλά και σε μένα και τα αδέλφια μας αρέσει να τους ρωτάμε για αυτά που νοσταλγούν πιο πολύ από την εποχή τους ή για αυτά που ζηλεύουν στη δική μας. Συνήθως μιλάνε για τους κινδύνους που μας  παραμονεύουν σε σχέση με τη δική τους ανέφελη εφηβεία. Την περιορισμένη ελευθερία τους στο σπίτι, κυρίως η μητέρα μου, και ιδιαίτερα την αυταρχικότητα και τον μονόλογο στο σχολείο, - σ΄ αυτό συμφωνούν και οι δυο- την επιβολή σκληρών τιμωριών και ποινών που τώρα μας φαίνονται απίστευτες για συμπεριφορές, όπως η κόμμωση,  το ντύσιμό τους, ή η γλώσσα που μιλούσαν! Επιμένουν ότι είχαν  αξίες και ιδανικά και η ζωή τους, παρ’ όλες τις δυσκολίες  είχε νόημα. Συχνά αναφέρονται στην ελεγχόμενη και περιορισμένη πρόσβαση στη γνώση, που είχαν, εν αντιθέσει με μας, που μπορούμε να μάθουμε τα πάντα για τα πάντα, αν και αυτό  δεν το θεωρούν πάντα τύχη και ευλογία. Φως στην δική τους εποχή ρίχνουν οι αναμνήσεις από τη νεότητά τους, που τους αρέσει να ανακαλούν κυρίως με τους φίλους τους και τους παλιούς γείτονες και συμφοιτητές τους. Πολλά καταλαβαίνουμε, επίσης, και από διηγήσεις του παππού και της γιαγιάς, για τα παιδιά χρόνια των γονιών μας, τις μικρές επαναστάσεις τους στο σπίτι, τα ιδανικά  και τα όνειρά τους. Τα πιο πολλά τα καταλαβαίνουμε από τα μουσικά τους ακούσματα, τους δίσκους τους, τις αγαπημένες τους ταινίες και τα βιβλία τους που έχουν συνήθως κοινωνικό ή και επαναστατικό περιεχόμενο. Οι δικοί μου «μεγάλοι» συνηθίζουν να λένε ότι δεν έζησαν μια ζωή με στερήσεις αλλά μια ζωή χωρίς πολλές ευκαιρίες. Και μας συμβουλεύουν να αδράξουμε τις ευκαιρίες της δικής μας εποχής.