Λικέρ των θαρραλέων Ελλήνων, από τη Συλλογή
ετικετών – πηγή: Bibliothèque nationale de France.* |
Α. Το κείμενο |
*«Σαπούνι των Ελλήνων», «Νέκταρ των Ελλήνων», «Λικέρ Μεσολογγίου» και «Μυραλοιφή à la Grecque»: από τα μέσα της δεκαετίας του 1820, θέματα εμπνευσμένα από την Ελλάδα αποτυπώνονται σε μεγάλη ποικιλία προϊόντων ευρείας κατανάλωσης. Συμμετέχουν και οι ζαχαροπλάστες αφιερώνοντας στην Ελληνική Επανάσταση επιλεγμένες σειρές από περιτυλίγματα και ετικέτες, ενώ λίγους μήνες μετά τον θάνατο του Βύρωνα, κυκλοφορεί κολόνια με το όνομα «Esprit de Byron». Η θετική στάση της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης απέναντι στην ελληνική επανάσταση παίρνει και εμπορικό χαρακτήρα μέσω της διαφήμισης.
Β΄μέρος – Προσέγγιση του κειμένου
Εισαγωγικές επισημάνσεις και ένταξη του έργου στην εποχή του
Γραμματειακό είδος: Έμμετρη σάτιρα/ Διαλογικό, σατιρικό ποίημα.
Σκοπός του έργου είναι η κατήχηση του λαού ότι δεν πρέπει να βασίζεται στους ξένους κηδεμόνες και μνηστήρες της εξουσίας, οι οποίοι επενέδυαν στην ελληνική επανάσταση, για να αναλάβουν το ρόλο του διαιτητή μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων με απώτερο στόχο να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη ή ευελπιστούσαν σε ένα κατακερματισμένο, μικρό και ανίσχυρο ελληνικό κράτος, το οποίο ασφαλώς θα χρειαζόταν κάποιο προστάτη, για να επιβιώσει. Ο άγνωστος ποιητής προσπαθεί να πείσει τους Έλληνες να μην τρέφουν αυταπάτες για βοήθεια των ξένων και να υπολογίζουν αποκλειστικά στις δικές τους δυνάμεις. Το κείμενο φέρει επιρροές των πρώτων ανώνυμων χειρόγραφων του Κοραή και της Ελληνικής Νομαρχίας.
Ο Byron δημοσίευσε ελληνικά 32 στίχους του Ρωσσαγγλογάλλου και μετέφρασε στην αγγλική τους πρώτους δεκατέσσερις.
Ενδεικτική προσέγγιση – Ανάλυση του κειμένου
Γκραβούρα που απεικονίζει Βρετανούς τουρίστες να δέχονται επίθεση από μια ομάδα κλεφτών, απόσπασμα από το Life and times of William E. Gladstone του J-C.Ridpath, 1898
Το θέμα |
Ο ποιητής μέμφεται σε υψηλούς τόνους τον ανώτερο κλήρο, τους προεστούς, τους Φαναριώτες ηγεμόνες και τους εμπόρους, για τη συνεργασία τους με τους Τούρκους και ξεσκεπάζει την στάση των ξένων απέναντι στον ελληνικό αγώνα
Ο τίτλος |
Ο Ρωσσαγγλογάλλος είναι ένα μείγμα τριών ξένων περιηγητών, ενός Άγγλου, ενός Γάλλου και ενός Ρώσου, που συναποτελούν έναν κατακερματισμένο ηθικά και πολιτικά χαρακτήρα.
Το πολυσύνθετο όνομά του δηλώνει τα ποικίλα και πολλές φορές αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα των ψευδοφιλελλήνων, ατόμων και χωρών, οι οποίοι πίσω από το προσωπείο της ευαισθησίας απέναντι στην οθωμανική αγριότητα και τυραννία, κρύβουν έναν αυριανό Δυνάστη, νομιμοποιημένο από τη «βοήθεια», που προσέφερε στο λαό κατά το παρελθόν. Επίσης, το πλαστό αυτό όνομα υπαινίσσεται την κοινή στάση που τηρούν οι ξένες δυνάμεις της εποχής στο ελληνικό ζήτημα.: είτε αφήνουν ελεύθερο το πεδίο δράσης στους Τούρκους είτε υπόσχονται στους επαναστάτες βοήθεια και στις κρίσιμες ώρες τους αφήνουν εκτεθειμένους, είτε προσφέρουν κάποιου είδους ενίσχυση και απαιτούν να την εξαργυρώσουν με αντάλλαγμα τη χειραγώγησή τους.
Αξίζει να λάβουμε υπόψη μας ότι ο πολυεθνικός χαρακτήρας του Ρωσσαγλογάλλου απηχεί τα τρία πολιτικά ρεύματα που αναπτύχθηκαν στην προεπαναστατική Ελλάδα και οργανώθηκαν σε πολιτικές παρατάξεις μετά την επανάσταση. Το ρωσικό, αγγλικό και γαλλικό κόμμα ήταν τα πρώτα που δημιουργήθηκαν στην επαναστατημένη Ελλάδα και εξέφραζαν αφενός το θαυμασμό των οπαδών τους για την αντίστοιχη χώρα και αφετέρου την ελπίδα ότι η καθεμιά θα σταθεί παραστάτης στον αγώνα των Ελλήνων για την ανεξαρτησία και τη συγκρότηση του νέου ελληνικού κράτους.
Δομή |
Το απόσπασμα διακρίνεται σε δύο ενότητες:
- Ειπέ μας…λύε την απορίαν→ Η ερώτηση του Ρωσσαγγλογάλλου /Η αντίθεση αρχαίου- νέου κόσμου
- Ρωσσαγγλογάλλοι…χωρίς τινα κρίσιν→ Η απάντηση του Φιλέλληνα/ Τα αίτια του εθνικού μαρασμού
Πρώτη στροφή / ενότητα |
Η πρώτη στροφή κινείται σε τρεις άξονες, στην ερώτηση, τη σύγκριση και την κατηγορία: Αρχικά ο Ρωσσαγγλογάλλος διατυπώνει την απορία του. Απευθύνεται στον Φιλέλληνα και τον προκαλεί να του εξηγήσει πώς και γιατί ανέχονται οι Έλληνες τον καθημερινό εξευτελισμό, τους βασανισμούς, την ταπείνωση, την αιχμαλωσία δια βίου, ακόμη και τον άδικο, αναίτιο και αποτρόπαιο θάνατο γυναικών και παιδιών, που είναι καθημερινό φαινόμενο. Κατόπιν ενισχύει το παράδοξο και θεμελιώνει την απορία του στη σύγκριση των σύγχρονων υπόδουλων, αξιολύπητων Ελλήνων και των αρχαίων ελεύθερων και αξιοθαύμαστων Ελλήνων. Απορεί πώς είναι δυνατόν οι δειλοί και ασήμαντοι αυτοί άνθρωποι να είναι γνήσιοι απόγονοι των σοφών και φωτισμένων πατέρων, που προπορεύτηκαν σε πολιτικές και πολιτιστικές κατακτήσεις έναντι κάθε άλλου λαού, θεμελίωσαν την Ευρωπαϊκή σκέψη, όρισαν υψηλά ιδεώδη για την ατομική και κοινωνική πρόοδο του ανθρώπου, διέστειλαν την ελευθερία σε ύψιστο αγαθό και επικύρωσαν τις ιδέες τους με αγώνες- ορόσημα αυτοθυσίας και ανδρείας. Προτού ο Φιλέλληνας απαντήσει, ο Ρωσσαγγλογάλλος κατηγορεί ευθέως τους Νεοέλληνες για τη θλιβερή κατάντια της χώρας τους, η οποία μόνο οίκτο και όνειδος προκαλεί.
Σε όλη την ενότητα είναι διάχυτη η φιλοκατήγορη διάθεση του Ρωσσαγλογάλλου. Τα δεινά των Ελλήνων τα απαριθμεί χωρίς ίχνος συμπόνιας, για να υπογραμμίσει ότι οι Νεοέλληνες κωφεύουν στο ηθικό τους χρέος. Την αντίθεση με το ιστορικό παρελθόν τους. την εξυφαίνει, για να διαστείλει την ασημαντότητά τους και με τις δύο παρομοιώσεις, που περιγελούν την εξαθλίωση της Ελλάδας: δεν καυτηριάζει, τελικά, την Τουρκική τυραννία αλλά την ελληνική αδράνεια.
Αισθητή είναι ακόμη η χαιρέκακη διάθεση του ξένου. Η σχετλιαστική αναφώνηση (Βαβαί…παστάδα) είναι χρωματισμένη από περιφρόνηση και χλευασμό. Δείχνει να απολαμβάνει την έκπτωση ενός λαού από το αλλοτινό του μεγαλείο, γιατί τώρα προσαρμόστηκε στα κοινά μεγέθη, δεν είναι πια το απόλυτο μέτρο σύγκρισης για τον δικό του πολιτισμό και από φωτοδότης έγινε επαίτης.
Δεύτερη στροφή / ενότητα |
Ο Φιλέλληνας ανταποκρίνεται στο σαρκαστικό ερώτημα του Ρ. με λιτό και επιγραμματικό τρόπο, ο οποίος υποστηρίζεται από τη μορφική διαφορά του στίχου : τερτσίνες, ολιγοσύλλαβες. Παραδέχεται ότι η Ελλάδα έχει ένδοξο παρελθόν και αποδίδει την τωρινή της κατάσταση σε μια σειρά από παράγοντες, οι οποίοι ορίζουν και τον ηθοπλαστικό διδακτικό χαρακτήρα του κειμένου. Τονίζει ότι οι Έλληνες φλέγονται από την επιθυμία να απελευθερωθούν , όμως ζουν στο σκοτάδι της αμάθειας και της ένδειας και χωρίς παιδεία δεν είναι δυνατόν να μορφώσουν αρτιωμένη και ελεύθερη συνείδηση.
Από την άλλη μεριά, το έθνος χρειάζεται πνευματικούς και πολιτικούς οδηγούς με επίγνωση της εθνικής αποστολής και βαθιά συναίσθηση της ευθύνης τους, ώστε να το πείσουν ότι η δημιουργία ενός ελεύθερου κράτους είναι εφικτός στόχος, ακόμη κι αν έχει να αντιμετωπίσουν μια υπερδύναμη και ηγηθούν της επανάστασης. Όμως από τη μια η επίσημη πνευματική ηγεσία της εποχής, οι Φαναριώτες λόγιοι έχουν εισχωρήσει στην Οθωμανική διοίκηση και θέτουν τη μόρφωσή τους στην υπηρεσία των κατακτητών και από την άλλη ο ανώτατος κλήρος που δρα στο Πατριαρχείο προτιμά να συντηρεί την καθεστηκυία τάξη, για να μη διαταραχτούν τα προνόμιά του. Έτσι, αυτοί που θα μπορούσαν να λυτρώσουν το λαό από την αμάθεια και τη μοιρολατρία, να του συστήσουν τους επιφανείς προγόνους του, να παρωθήσουν στον αγώνα για την ελευθερία, να δώσουν τα υλικά και ιδεολογικά ερείσματα για την επανάσταση, είναι προσηλωμένοι στην ατομική τους καλοπέραση, συναλλάσσονται με τους τυράννους, είναι κατ’ εντολή τους τύραννοι και ίδιοι και φερέφωνα της εξουσίας τους και δεν θέλουν να διακινδυνεύσουν τα αξιώματα και τα υλικά αγαθά τους.
Δεν λείπουν βέβαια, κατά το Φιλέλληνα, και οι αγνοί φλογεροί πατριώτες, που εμφορούνται από υψηλά ιδανικά και ανιδιοτελή αγάπη για την πατρίδα, αλλά όταν ένα τέτοιο ανατρεπτικό στοιχείο εντοπιστεί, οι Τούρκοι επιβάλλουν το θάνατο ως παραδειγματική τιμωρία. Έμμεσα εδώ γίνεται αναφορά στο Ρήγα.
Ο απόκριση του Φιλέλληνα με πυκνότητα, αμεσότητα και χωρίς περιστροφές επισημαίνει τα τρία αίτια της ελληνικής κακοδαιμονίας: η έλλειψη παιδείας, η αποστασιοποίηση των ισχυρών του πνεύματος και του χρήματος από το δράμα του λαού και η βαναυσότητα των Τούρκων. Είναι φανερό ήδη από τον πρόλογο του έργου ότι ο ομιλητής είναι διαποτισμένος από το πνεύμα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού και είναι χαρακτηριστικό ότι ιεραρχώντας τις αιτίες του εθνικού μαρασμού, άρα και τα μέσα θεραπείας του, τοποθετεί την παιδεία στην πρώτη θέση. Η άποψη αυτή διαπότισε και τα έργα του Κοραή.
Γλώσσα |
Δημοτική, φυσική, αυθόρμητη γλώσσα, με αρχαιοπρεπείς γραμματικούς τύπους: αθλία, αναξία, ξυπνούσι, όστις, ποίον, σιδηροδεσμίαν. Αξιοσημείωτες οι λαϊκές λέξεις: ξυλιές, παστάδα δίνουν έναν πηγαίο, αυθόρμητο τόνο, αλλά και ενισχύουν και την αντίθεση της ρήσης του Ρ. με το λόγο του Φιλέλληνα, που διατηρεί την ευπρέπειά του και μια σχετική καλλιέπεια. Ο λόγος του Φιλέλληνα δεν ενέχει άκοσμες εκφράσεις. Είναι διανθισμένος δε με στολίδια ύφους, όπως οι μεταφορές (να την ξυπνούσι, την φλογίζει) , οι προσωποποιήσεις (άρχει η αμαθία, αυτή στενάζει, τα τέκνα κράζει), η περίφραση (πάγει στον Άδη), το κλιμακωτό σχήμα στην τέταρτη στροφή (στενάζει, κράζει, προστάζει), ικανά να προδίδουν την καλλιέργεια και τη φυσική ευγένεια του ομιλητή.
Ύφος |
Το ύφος του ποιήματος γενικά είναι ζωντανό και παραστατικό λόγω του διαλόγου, πηγαίο, θερμό, τραχύ, ειρωνικό, σαρκαστικό και χλευαστικό του Ρωσσαγγλογάλλου, απλό, φυσικό, ευπρεπές, ήπιο και μετρημένο, με μελαγχολικούς τόνους του Φιλέλληνα.
Μετρική |
Στο λόγο του Ρ. είναι ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος, καταληκτικός, παροξύτονος με ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία. Ο λόγος του Φιλέλληνα αποτελείται από επτά τρίστιχα με ιαμβικό πεντασύλλαβο στους δύο πρώτους στίχους και δεκασύλλαβο στον τρίτο, που όμως ομοιοκαταληκτούν κατά το σχήμα ααα και όχι κατά το σχήμα αβα ή αββ, όπως η παραδοσιακή τερτσίνα. Στην τελευταία στροφή δε ο στίχος εκτείνεται σε ένδεκα συλλαβές. Παρουσιάζεται σε κάθε στίχο το φαινόμενο του διασκελισμού, γιατί το νόημα δεν ολοκληρώνεται στο τέλος του στίχου, αλλά εκτείνεται και στον επόμενο. Υπάρχουν αρκετές εκθλίψεις και συνιζήσεις, για να αποφευχθούν ελαττώματα του στίχου: εκείν’ οπού ΄χει , ‘Οσ΄ ημπορούσι, και όχι άλλη, καθώς και χασμωδία : Νυν δε αθλία.
Γ΄μέρος |
Παράλληλα κείμενα ( ενδεικτικοί άξονες προσέγγισης )
- Ανδρέας Κάλβος, « Αι ευχαί», στρ. α΄-δ΄, Λυρικά (1826) Ωδαί, Ίκαρος 1970.
Της θαλάσσης καλύτερα Καλύτερα, καλύτερα
φουσκωμένα τα κύματα διασκορπισμένοι οι Έλληνες
να πνίξουν την πατρίδα μου να τρέχωσι τον κόσμον
ωσάν απελπισμένην με εξαπλωμένην χείρα
Έρημον βάρκα ψωμοζητούντες
Στην στερεάν, στα νησία παρά προστάτας να ‘χωμεν.
καλύτερα μίαν φλόγα Με ποτέ δεν εθάμβωσαν
να ιδώ παντού χυμένην, πλούτη ή μεγάλα ονόματα
τρώγουσαν πόλεις, δάση, με ποτέ δεν εθάμβωσαν
λαούς και ελπίδες σκήπτρων ακτίνες
Ερώτηση:
Τι πιστεύει ο ανώνυμος ποιητής και τι ο Κάλβος για τη βοήθεια των ξένων; Τεκμηριώστε την απάντησή σας με κειμενικούς δείκτες.
2. Αχ, Ελλάδα σ΄αγαπώ , Μανώλης Ρασούλης, Βάσω Αλαγιάννη
και στο Σικάγο μέσα ζει στη λευτεριά
εκείνος που δεν ξέρει και δεν αγαπά
σάμπως φταις κι εσύ καημένη
και στην Αθήνα μέσα ζει στη ξενιτιά
και βαθιά σ' ευχαριστώ
γιατί μ' έμαθες και ξέρω
ν' ανασαίνω όπου βρεθώ
να πεθαίνω όπου πατώ
και να μη σε υποφέρω
πριν λαλήσεις πετεινό
δεκατρείς φορές μ' αρνιέσαι
μ' εκβιάζεις μου κολλάς
σαν το νόθο με πετάς
μα κι απάνω μου κρεμιέσαι
είναι η καρδιά
Οδυσσέα γύρνα κοντά μου
που τ' άγια χώματα της
πόνος και χαρά
που συνοροπονά
κι εγώ είμαι ένας κανένας
που σας σεργιανά
και βαθιά σ' ευχαριστώ
γιατί μ' έμαθες και ξέρω
ν' ανασαίνω όπου βρεθώ
να πεθαίνω όπου πατώ
και να μη σε υποφέρω
πριν λαλήσεις πετεινό
δεκατρείς φορές μ' αρνιέσαι
μ' εκβιάζεις μου κολλάς
σαν το νόθο με πετάς
μα κι απάνω μου κρεμιέσαι
Ερώτηση:
α. Διαβάστε τον τραγούδι και σχολιάστε πώς νιώθει το ποιητικό υποκείμενο για την πατρίδα του, κατά τη γνώμη σας.
β. Αχ Ελλάδα: Ποιο ή ποια συναισθήματα, αισθάνεσθε, ότι εκφράζει το επιφώνημα;
Ακούστε το τραγούδι από τον δημιουργό του:
******
Δ΄μέρος – Απαντήσεις στις ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου |
- Τόσο το ερώτημα όσο και η γενικότερη στάση του Ρ. συνιστούν ειρωνεία και καταφρόνηση για την Ελλάδα και τους Έλληνες. Σε ποια σημεία του κειμένου και με ποια εκφραστικά μέσα δηλώνεται η ειρωνεία;
Απάντηση : Η ειρωνεία φανερώνεται αρχικά με την ερώτηση, η οποία είναι έτσι δομημένη και ανεπτυγμένη, ώστε εμπεριέχει και την απάντηση, που δεν είναι διόλου κολακευτική για τους Έλληνες, ενισχύεται από την επανάληψή της, τη σύγκριση και την αντίθεση με το προγονικό κλέος και τις δύο παρομοιώσεις, που παρουσιάζουν την πατρίδα φάντασμα του εαυτού της και νυφικό κρεβάτι.
- Για ποιο λόγο ο Ρωσσαγγλογάλλος αναφέρεται στο αρχαίο ελληνικό παρελθόν; Ποια στάση κρατά σχετικά με αυτό το θέμα ο Φιλέλληνας;
Απάντηση: Ο Ρ. έχει σκοπό να σαρκάσει και να ειρωνευτεί τους Νεοέλληνες, γιατί, ενώ επαίρονται για το ένδοξο παρελθόν τους, είναι υπεύθυνοι για το άδοξο παρόν τους. Οι πρόγονοί τους έδιναν αιματηρούς αγώνες για την ελευθερία, αναμετρήθηκαν με υπερδυνάμεις και βγήκαν νικητές, προτιμούσαν έναν περήφανο θάνατο στη μάχη παρά μια ατιμωτική ζωή. Οι απόγονοί τους όμως δεν είναι αντάξιοι, φαίνεται ότι δεν κληρονόμησαν το ήθος τους. Η σύγκριση λοιπόν του επονείδιστου παρόντος με το λαμπρό παρελθόν τούς υποβιβάζει περισσότερο. Με χαιρέκακη διάθεση διαπιστώνει την κατάντια του ελληνικού έθνους και την εμφαίνει στους Έλληνες κεντώντας μια ανάγλυφη αντίθεση. Η σύγκριση βέβαια αυτή είναι άδικη για την ποιότητα και το ήθος του λαού, γιατί η μακραίωνη υποταγή κάτω από έναν βάρβαρο και απολίτιστο δυνάστη θα μπορούσε να τον είχε αφανίσει εθνικά, να είχε εξαλείψει κάθε στοιχείο ιστορικής μνήμης και να είχε σβήσει τον πόθο απελευθέρωσης. Ο απώτερος στόχος της σύγκρισης με το ηρωικό παρελθόν όμως είναι να παρακινήσει τους έλληνες να μιμηθούν τους προγόνους τους και να ξεσηκωθούν.
Ο Φιλέλληνας δεν αρνείται το κλέος των προγόνων, αλλά επιχειρεί να ερμηνεύσει την άθλια κατάσταση που επικρατεί στην πολύπαθη χώρα και να αιτιολογήσει την αδράνεια του λαού. Στην Τρίτη στροφή του λόγου του δηλώνει το πάθος του λαού για την ελευθερία και την ανεξαρτησία , κάνει λόγο για τον επαναστατικό αναβρασμό που επικρατεί και σχολιάζει με συγκρατημένη αισιοδοξία την προετοιμασία
- Ποιες είναι οι βασικές αιτίες για την άθλια κατάσταση της Ελλάδας, σύμφωνα με το Φιλέλληνα;
Απάντηση : Ο Φιλέλληνας πιστεύει ότι η αμάθεια και η απαιδευσία του γένους είναι ο ένας λόγος, που υπομένει αδιαμαρτύρητα και παθητικά τη σκλαβιά. Αδρανεί, γιατί δεν έχει συνειδητοποιήσει τους πνευματικούς και ιστορικούς δεσμούς του με τους ένδοξους προγόνους του και δεν έχει καλλιεργήσει ένα αίσθημα εθνικής αυτοπεποίθησης, ώστε να αντιπαραταχθεί σε μια αυτοκρατορία. Δεν έχει τα μορφωτικά εφόδια, ώστε να γνωρίσει και να αφομοιώσει τις πνευματικές κατακτήσεις των πατέρων του, τις κοσμογονικές αλλαγές του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, τα ιδεολογικά ερείσματα και τα υλικά μέσα, για να οργανώσει έναν επαναστατικό, απελευθερωτικό ξεσηκωμό. Ένας δεύτερος λόγος είναι η στάση αυτών που θα μπορούσαν να την ξυπνήσουν (όσ’ ημπορούσι να την ξυπνούσι), των Ελλήνων αξιωματούχων της διοίκησης και των πνευματικών λειτουργών, οι οποίοι αντί να πρωτοστατήσουν στην Αναγέννηση του έθνους, συνεργάζονται με τους Τούρκους και αφήνουν το λαό στο σκοτάδι, για να μη χάσουν τα δικά τους προνόμια. Πλάι τους πρέπει να εννοηθούν και οι ξένες δυνάμεις, οι οποίες είτε παραμένουν ασυγκίνητες από την άθλια ζωή των Ελλήνων, είτε σχεδιάζουν να κηδεμονεύσουν τον αγώνα τους, για να ενισχύσουν τη δική τους δύναμη. Και ο τρίτος λόγος είναι η τυραννία των Τούρκων, οι οποίοι ,αν ακουστεί μια γνήσια θερμή πατριωτική φωνή, που καλεί με ανιδιοτέλεια τους πατριώτες να επαναστατήσουν, τη φιμώνουν για πάντα με συνοπτικές διαδικασίες, χωρίς δίκη. Σε αυτά πρέπει να προστεθεί και η εύλογη απογοήτευση του λαού, γιατί υπομένει αιώνες τη βαρβαρότητα και την ταπείνωση της δουλείας. Γι αυτό η σκλαβωμένη χώρα εναποθέτει τις ελπίδες της στα παιδιά της, που τα προτρέπει να μορφωθούν και να προοδεύσουν.