} f expr:class='"loading" + data:blog.mobileClass'>
#a466ff
Πρώτη Σελίδα
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

14.5.17

Η μάνα μου δεν έλεγε αλήθεια πάντα, Abbas Mahmud al-Aqqad ‎



Μητέρα και Παιδί, Ν. Γύζης
Η μάνα μου δεν έλεγε αλήθεια πάντα



Η μάνα μου μού είπε ψέματα οχτώ φορές. Αυτή η ιστορία ξεκινάει με τη γέννησή μου -ήμουν μοναχογιός μιας οικογένειας πολύ φτωχής. Δεν είχαμε ούτε τα απαραίτητα, για να καλύψουν τις ανάγκες μας.

Όταν καμιά φορά βρίσκαμε λίγο ρύζι για φαγητό,  η μάνα μου μού έδινε το μερίδιό της και μου έλεγε, ενώ κένωνε το πιάτο της στο δικό μου: «Φάε αυτό το ρύζι παιδί μου, εγώ δεν πεινάω». 
Αυτό ήταν το πρώτο της ψέμα!

2.5.17

«Έγκαυμα Ανυπολόγιστου Βαθμού», Παναγιώτης Μπενέας


ΦΩΤΟ -ΜΩΒ ΚΙΜΩΛΙΑ
Και τώρα ακόμη, έπειτ’ από τόσον πόρρω του κορμιού σου πλουν, ακόμη ανατέλλει αξεθώριαστο στη μνήμη μου εκείνο το ηλιοβασίλεμα στον Φλοίσβο που δεν πήγαμε να δούμε.
Θυμάσαι άραγε; Παρά τις έντρομες απαγορεύσεις των γονιών μου, πήδησα στο μηχανάκι της θερμής σου διαβεβαίωσης πως τίποτε κακό δε θα συμβεί και φύγαμε. Μού έτεινες το κράνος σου. «Άντε, φόρεσέ το. Έχεις καιρό εσύ να φας τα μούτρα σου», προφήτεψες γελώντας νικημένα. «Δεν το θέλω», θύμωσα. «Και μη μου φέρεσαι σαν σε μωρό παιδί. Να σε φωνάζω και μπαμπάκα μήπως;»
Υπερφίαλη μωρόπιστη νεότης… Μια ζωή ανέτοιμη σε καθαρίζει η εξάντλησή σου.  

5.4.17

«…Και είκοσι ακριβώς», Παναγιώτης Μπενέας


…ΚΑΙ ΕΙΚΟΣΙ ΑΚΡΙΒΩΣ

«Και να που πέρασες», γλυκόπικρα μονολογώ συλλογιζόμενος πόσο ατελεύτητη μού συστήθηκε χθες. Στις μύτες των απαντοχών μου, νικημένος, αποκαθηλώνω τη χάρτινη σορό της Κυριακής απ’ το ημερολόγιο – σωρός τα πεθαμένα – γοερά ενταφιάζοντάς την στο καλάθι του ανεκμετάλλευτου. Όσο ψηλά κι αν τοποθέτησε η στρίγγλα εμμονή των ημερών μου το ανεπανάληπτο, παρέμειναν ελόγου τους ουχ ήττον προσιτές στο λυσσαλέο, το θεόρατό τους πέρασμα.  

19.3.17

“ Μονόλογος Ευαισθήτου”, Εμμανουήλ Ροΐδης


Μεγάλη δυστυχία είνε να έχη κανείς πολύ καλήν καρδίαν. Το ηξεύρω εκ πείρας διότι μ' έκαμεν ο Θεός παραπολύ ευαίσθητον. Δεν ημπορώ να ιδώ άνθρωπον να πάσχη και να κλαίη, χωρίς να γείνουν τα νεύρα μου άνω κάτω, ούτε να εννοήσω πώς κατορθώνουν άλλοι να παρευρίσκονται εις λυπηρά θεάματα. Αν τύχη ν' αποθάνη γνώριμός των, τρέχουν εις την κηδείαν, ακόμη

15.3.17

Το σύννεφο και ο αμμόλοφος, Πάουλο Κοέλιο


Ένα νεαρό σύννεφο γεννήθηκε στο μέσο μιας μεγάλης καταιγίδας στη Μεσόγειο. Αλλά δεν πρόλαβε να μεγαλώσει εκεί, ένας δυνατός άνεμος έσπρωξε όλα τα σύννεφα προς την Ανατολή.
Μόλις έφτασαν στην ήπειρο, το κλίμα άλλαξε στον ουρανό, έλαμπε ένας γενναιόδωρος ήλιος και από κάτω τους εκτεινόταν η χρυσαφένια άμμος της ερήμου Σαχάρα. Ο άνεμος συνέχισε να τα σπρώχνει προς τα δάση του Νότου, καθώς στη έρημο δεν βρέχει σχεδόν ποτέ.
Ωστόσο, τα νεαρά σύννεφα είναι σαν τους νεαρούς ανθρώπους. Το σύννεφό μας λοιπόν αποφάσισε ν’ απομακρυνθεί από τους γονείς του και τους μεγαλύτερους φίλους του, για να γνωρίσει τον κόσμο.
– Τι κάνεις εκεί; Φώναξε ο άνεμος. Η έρημος είναι όλη ίδια!
Γύρνα στο σμήνος και θα πάμε στο κέντρο της Αφρικής, όπου υπάρχουν εκθαμβωτικά βουνά και δέντρα!

10.3.17

«Η τέχνη να λέμε όχι», Τζορτζ Στάινερ


Η τέχνη να λέμε όχι

Ποιες είναι οι λέξεις-κλειδιά που μας είναι αναγκαίες για να προσανατολιστούμε μέσα στη σύγχυση των καιρών μας; Το ερώτημα αυτό απηύθυνε ο συντάκτης της ιταλικής εφημερίδας «La Repubblica» Φράνκο Μαρκοάλντι στον μεγάλο κριτικό και στοχαστή Τζορτζ Στάινερ. Ακολουθεί ένα απόσπασμα από την απάντηση που έδωσε ο Στάινερ.
«Θα ξεκινούσα από μια από τις πιο απλές και πιο μικρές λέξεις του λεξιλογίου: τη λέξη "όχι".
Έχουμε χάσει την τέχνη να λέμε "όχι".

11.1.17

Οι τόποι του Νίκου Καββαδία και ένα τραγούδι.

Σαν σήμερα, 11/1/1910, γεννήθηκε ο μεγάλος μας ποιητής Νίκος Καββαδίας. Ακούστε ένα από τα ωραιότερα ποιήματά του μελοποιημένο από το Θάνο Μικρούτσικο με τη μοναδική ερμηνεία στου Γιάννη Κούτρα.


Ταξιδέψτε νοερά στους τόπους που αναφέρει ο ποιητής στα ποιήματά του, πατώντας το σύνδεσμο που ακολουθεί. Οι τόποι σημειώνονται με μπλέ σημαιάκι και, αν πατήσετε πάνω σ΄αυτό, θα σας αποκαλυφθεί στο αριστερό πεδίο, το αντίστοιχο ποίημα.

6.1.17

Το μυστικό του κακού, Ρομπέρτο Μπολάνιο

Dennis Stock, Cafe de Flore, 1958

Τὸ μυ­στι­κὸ τοῦ κα­κοῦ 

(El secreto del mal)


ΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ ΑΥΤΟ εἶ­ναι πο­λὺ ἁ­πλό, πα­ρό­λο ποὺ θὰ μπο­ροῦ­σε νὰ εἶ­ναι πο­λὺ πε­ρί­πλο­κο. Ἐ­πί­σης: εἶ­ναι ἕ­να δι­ή­γη­μα ἀ­νο­λο­κλή­ρω­το, για­τί οἱ ἱ­στο­ρί­ες αὐ­τοῦ τοῦ εἴ­δους δὲν ἔ­χουν τέ­λος. Εἶ­ναι νύ­χτα στὸ Πα­ρί­σι καὶ ἕ­νας ἀ­με­ρι­κα­νὸς δη­μο­σι­ο­γρά­φος κοι­μᾶ­ται. Ξαφ­νι­κὰ χτυ­πά­ει τὸ τη­λέ­φω­νο καὶ κά­ποι­ος, μὲ ἀγ­γλι­κὰ ποὺ δὲν ἔ­χουν κα­μί­α χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὴ προ­φο­ρά, ζη­τᾶ τὸν Τζό­ε Κέλ­σο. Ὁ δη­μο­σι­ο­γρά­φος ἀ­παν­τᾶ ὅ­τι εἶ­ναι ὁ ἴ­διος

Γουτού, Γουπατού. Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Τον επετροβολούσαν οι μάγκες της αγοράς, τον εχλεύαζον τα κορίτσια της γειτονιάς, τον εφοβούντο τα νήπια  και τα βρέφη. Τον έλεγαν κοινώς «ο Ταπόης» ή «ο Μανώλης το Ταπόι».
— Ο Ταπόης! Να, ο Ταπόης έρχεται...
Φόβος και τρόμος εκολλούσε τα άκακα βρέφη εις το άκουσμα του ονόματος τούτου. Η νεολαία του χωρίου, οι θαμώνες των μαγαζειών και των καφενείων, δεν έπαυαν ποτέ να τον  πειράζουν.
— Είσ’ ένα χταπόδι, καημένε Μανωλιό· είσαι χταπόδι.
Κι εκείνος, με την γλώσσαν του την δεμένην δια γλωσσοδέτου μέχρι της ρίζης των οδόντων, απήντα:
— Ναι, είμι ταπόι!... Ισύ είσι ταπόι. (Ναι, είμαι χταπόδι. Εσύ είσαι χταπόδι.)

31.12.16

«Τα κάλαντα», Στρατής Τσίρκας


Το μεγάλο το ζήτημα, καταλαβαίνεις, ήταν το ταμπούρλο: Αν είχες ταμπούρλο, η δουλειά ήταν τελειωμένη. Σύντροφο έβρισκες αμέσως και το φανάρι δεν κόστιζε παραπάνω από ένα γρόσι. Εκείνη τη χρονιά ο πατέρας έκανε ένα μεγάλο έξοδο. Το μεσημέρι της παραμονής της Πρωτοχρονιάς μου έφερε ένα ταμπούρλο! Μικρούτσικο, βέβαια, και τενεκεδένιο. 
- Έτσι δεν θα το σπάσεις εύκολα, μου είπε.
- Mα εγώ κατάλαβα πως ήταν από οικονομία. Τα πέτσινα ταμπούρλα εκείνα τα πρώτα χρόνια μετά τον πόλεμο κόστιζαν έναν κόσμο λεφτά.
Πήγα και βρήκα αμέσως το φίλο μου το Μιχάλη. Ήταν το παλικάρι της γειτονιάς κι ο καλύτερος σύντροφος για τα κάλαντα. Συχνά τύχαινε να μας ριχτούν τα αραπάκια στις γειτονιές και να μας σκίσουν το φανάρι ή να σπάσουν το ταμπούρλο. O Μιχάλης ήταν πολύτιμος.
- Το ταμπούρλο το έχουμε, του φώναξα. Bγαίνουμε απόψε;

27.12.16

«Το παραξήλωσε», Άντον Π. Τσέχωφ

«Το παραξήλωσε»

Ο τοπογράφος  Γκλὲμπ Γκα­βρί­λο­βιτς Σμιρ­νὸφ ἔ­φθα­σε στὸ σταθ­μὸ «Γκνι­λού­σκι». Μέ­χρι τὸ ἀ­γρό­κτη­μα, ὅ­που τὸν εἶ­χαν κα­λέ­σει γιὰ ὁ­ρι­ο­θέ­τη­ση, ἔ­με­ναν ἀ­κό­μα νὰ δι­α­νύ­σει τριά­ντα μὲ σα­ράν­τα βέρ­τσια. (Ἂν ὁ ἁ­μα­ξὰς δὲν εἶ­ναι πι­ω­μέ­νος καὶ δὲν ἔ­χει ψω­ρά­λο­γα, τό­τε τριά­ντα βέρ­τσια μπο­ρεῖ νὰ τὰ κά­νει, κι ἐ­φό­σον ὁ ἁ­μα­ξὰς ἔ­χει γρή­γο­ρα ἄ­λο­γα τό­τε μπο­ρεῖ νὰ πιά­σει κα­τευ­θεί­αν καὶ τὰ πε­νήν­τα).
       — Πεῖ­τε μου, πα­ρα­κα­λῶ, ποῦ μπο­ρῶ νὰ βρῶ ἐ­δῶ κον­τὰ τα­χυ­δρο­μι­κὰ ἄ­λο­γα; εἶ­πε ὁ το­πο­γρά­φος, ἀ­πευ­θυ­νό­με­νος στὸν χω­ρο­φύ­λα­κα τοῦ σταθ­μοῦ.
       — Τί; Τα­χυ­δρο­μι­κά; Ἐ­δῶ γιὰ ἑ­κα­τὸ βέρ­τσια δρό­μο δὲν ἀ­κοῦς οὔ­τε σκυ­λί, ὄ­χι τα­χυ­δρο­μι­κά… Καὶ σεῖς ποῦ θέ­λε­τε νὰ πᾶ­τε;
       — Στὸ Δέφ­κι­νο, στὰ κτή­μα­τα τοῦ στρα­τη­γοῦ Χα­χό­τοφ.
       — Λοι­πόν; χα­σμου­ρή­θη­κε ὁ χω­ρο­φύ­λα­κας. Πη­γαί­νε­τε μέ­χρι τὸ σταθ­μό, ἐ­κεῖ στὴν πόρ­τα συ­χνὰ βρί­σκον­ται χω­ρι­κοί, με­τα­φέ­ρουν τα­ξι­δι­ῶ­τες.
       Ὁ το­πο­γρά­φος ξε­φύ­ση­ξε καὶ ἄρ­χι­σε νὰ βα­δί­ζει πρὸς τὸν σταθ­μό. Ἐ­κεῖ, με­τὰ ἀ­πὸ πολ­λὲς ἀ­να­ζη­τή­σεις, συ­ζη­τή­σεις καὶ δι­σταγ­μούς, βρῆ­κε ἕ­ναν ρω­μα­λέ­ο χω­ρι­κό, κα­τσού­φη, βλο­γι­ο­κομ­μέ­νο, ντυ­μέ­νο μὲ ἕ­να κου­ρε­λια­σμέ­νο τσό­χι­νο κα­φτά­νι καὶ πλε­χτὰ χορ­το­πά­που­τσα.
       Ὁ δι­ά­ο­λος ξέ­ρει τί σό­ι κά­ρο ἔ­χει! Συ­νο­φρυ­ώ­θη­κε ὁ το­πο­γρά­φος, σκαρ­φα­λώ­νον­τας στὸ κά­ρο. Δὲν κα­τα­λα­βαί­νεις ποῦ εἶ­ναι τὸ πί­σω καὶ τὸ μπρός…

17.12.16

“Ο Αγροτικός γιατρός”, του Φράντς Κάφκα, δραματοποιημένο διήγημα από την Καταρίνα Λίλκβιστ

Ο "αγροτικός γιατρός" του Κάφκα ζει μια εφιαλτική νύχτα καθώς  ξεκινάει απ' το σπίτι του, για να επισκεφθεί έναν ασθενή στην παγωμένη καρδιά του χειμώνα... 

 ΕΝΑΣ ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΓΙΑΤΡΟΣ

Εμπνευσμένη από το ομώνυμο διήγημα του Φραντς Κάφκα, η Καταρίνα Λίλκβιστ συνδυάζει τα καρτούν με τις κούκλες, για να αφηγηθεί  την καφκική ιστορία με σύγχρονους όρους:

12.12.16

«Έρως-ήρως», Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

 «Έρως-ήρως»
Η βάρκα αραγμένη στην ακρογιαλιάν, η μπαρούμα δεμένη έξω εις ένα βράχον, δίπλα εις την άμμον του Χειμαδιού, παραπέρα από το Μικρό Μουράγιο της Πιάτσας, κάτω από τον βραχώδη κρημνόν του Πανωμαχαλά.
   Και ο μικρός ναύτης, ο Γιωργής της Μπούρμπαινας, εξαπλωμένος επάνω εις την πρύμνην, με μίαν βελέντζαν τυλιγμένος, βωβός, ακίνητος, με ανοικτά τα όμματα, σπινθηρίζοντα εις το σκότος, ωμοίαζε με τον δράκον του παραμυθιού κατά τούτο, ότι εκοιμάτο με ανοικτόν το όμμα.
Δεν εξήρχετο στεναγμός ούτε πνοή από το στόμα του. Το στήθος του δεν εκολπούτο. Θα έλεγες ότι ανέπνεε προς τα έσω, ότι έζη μόνον ζωήν ενδόμυχον.
Είχαν περάσει τα μεσάνυκτα προ πολλού. Ολίγα φώτα εφαίνοντο ακόμη λάμποντα αμυδρώς εις τους φεγγίτας των οικιών, ολόγυρα, σιμά εις την ακρογιαλιάν. Γαλήνιος η θάλασσα εκοιμάτο, και μόνον εις την ακροπελαγιάν ως ρογχάλισμά της ερρόχθει, εφλοίσβιζε μελαγχολικώς φωσφορίζον το κύμα. Και η βάρκα ελικνίζετο ελαφρά, ως διά της απαλωτέρας μητρικής θωπείας. Και ο φωσφορισμός του κύματος απήντα εις τον σπινθηρισμόν του όμματος του ναύτου. Ήτο καρφωμένον, εμπηγμένον ατενώς το όμμα του εις εν σημείον, εις μιαν οικίαν, υψηλά, όχι μακράν, επάνω από τους βράχους.

29.11.16

«O καλλιτέχνης της πείνας» του Φραντς Κάφκα -animation

Ο καλλιτἐχνης της πείνας, που πάντα ήθελε να τον θαυμἀζουν για την πείνα του, αργοπεθαίνει φυλακισμένος  στο κλουβί του, πολύ δυστυχισμένος και άλλο τόσο περήφανος.

19.11.16

«Ασκήσεις ύφους», Ρεϊμόν Κενό (Raymond Queneau)

Ρεϊμόν Κενό:   «Ασκήσεις ύφους»
Στο μοναδικό και απολαυστικό αυτό βιβλίο ο Γάλλος συγγραφέας, Ρεϊμόν Κενό,  θέλησε να αναδείξει  τους πολλούς τρόπους, με τους οποίους είναι δυνατόν να αφηγηθεί κανείς ένα περιστατικό της καθημερινής ζωής. 
Ακόμη και το πιο ασήμαντο και αδιάφορο συμβάν μπορεί να περιγραφεί με ποικίλους τρόπους και με την κατάλληλη χρήση της γλώσσας να χρωματιστεί υφολογικά με ποικίλες αποχρώσεις. Έγραψε, λοιπόν, την ίδια σύντομη ιστορία  σε ενενήντα εννέα(!) διαφορετικές παραλλαγές.

Το νόημα της ιστορίας, τα πρόσωπα, το γεγονός παραμένουν ίδια και απαράλλακτα. Η γλώσσα όμως αξιοποιείται με ξεχωριστό κάθε φορά τρόπο και επομένως το ύφος της αφήγησης ποικίλλει, αφού γλώσσα και ύφος είναι συνυφασμένα. Φυσικά, ο τρόπος που επιλέγει κανείς να αναδομήσει ένα συμβάν ή μια ιστορία δεν αναδεικνύει μόνο διαφορετικές πτυχές της ιστορίας αλλά  και τις διαφορετικές πτυχές του χαρακτήρα του προσώπου  που περιγράφει, του αφηγητή, την οπτική του, τις εμπειρίες του, ακόμη και την ιδεολογία του.  Απολαύστε το σπουδαίο αυτό κείμενο σε μετάφραση Αχιλλέα Κυριακίδη.