} f expr:class='"loading" + data:blog.mobileClass'>
#a466ff
Πρώτη Σελίδα

28.4.20

Άγγελος ξιφήρης, Διαμαντής Αξιώτης

Άγγελος ξιφήρης
Ας το πω, λοιπόν.
Είναι χρόνια τώρα που μ' έχει εγκαταλείψει ο καλός μου άγγελος των παιδικών μου χρόνων. Εκείνος ο κατάλευκος πυρφόρος που κατέβαινε κάθε βράδυ όταν, πριν κοιμηθούμε, εγώ κι οι αδελφές μου, τον παρακαλούσαμε να έρχεται συχνά, να φυλάει τους καλούς γονείς μας, τον παππού -η γιαγιά είχε πεθάνει- κι όλο τον κόσμο και να χαρίζει σε μας «χαρά και προκοπή». Ποια προκοπή ζητούσαμε τότε, ούτε γνωρίζαμε ούτε που την είδα ακόμη. Έτσι, πέφταμε να κοιμηθούμε, επάνω εκείνες κι εγώ στο στρώμα κάτω στο πάτωμα, με την παρουσία του αγγέλου στα βαριά μας βλέφαρα. Πού να τολμούσε, τότε, μαύρος κακός να με πλησιάσει; Πού να λαχανιάσει ο ύπνος μου, να ιδρώσει το λιγνό κορμάκι, να στεγνώσει το στόμα μου, τότε; Ακόμη, πού να πάρουν φωτιά τα στρωσίδια -όπως συχνά συνέβαινε μετά, ωσάν καιομένη βάτος- για να εμφανιστεί θεός σκαιός, επιτιμητής, θεός τιμωρός γιατί κατά το διάστημα της μέρας μου τον είχα πολλές φορές ξεχάσει. Πώς, άλλωστε, και γιατί να τον θυμηθώ και να τον καλέσω κοντά μου στα δρομολόγια της εξάτμισης, αυτά που με φέραν σε συνοικίες άγνωστες -Νέα Μενεμένη, Βάρνα και Ντεπό-, σε μισοφωτισμένα καλντερίμια της πάνω πόλης κι ακόμη σε πολυσύχναστες πλατείες, πεζοδρόμια και συνωστισμούς;

22.4.20

Η Άννα του Κλήδονα του Διαμαντή Αξιώτη, ( μεταστροφή της ιστορίας ) από την Β.Μ.




Η Άννα του Κλήδονα, Διαμαντή Αξιώτη, πρωτότυπο κείμενο
 ούνιος μήνας, του Αϊ-Γιαννιού του Ριζικάρη* και φούντωναν οι νυχτερινές φωτιές, με τραγούδια και χάχανα, μέσα στο μεθυστικό λαχάνιασμα και στη μυρουδιά του καμένου ξύλου ελευθερώνονταν τα όνειρα κι ανέβαιναν ψηλά, πάνω απ' τις στέγες των σπιτιών, εκεί που καρτερούσαν το ταξίδι κι η φυγή των κρυφών πόθων και των φυλακισμένων επιθυμιών, να δροσιστούν στο αεράκι της μαγεμένης νύχτας, της μοίρας και του θαύματος

20.4.20

Εσπερινός της αγάπης, Γιάννης Βαρβέρης

Man Sitting On A Park Bench,  Ernst Ludwig Kirchner
Εσπερινός της αγάπης
Η πόλη με οβελίες αλλού γιορτάζει.
Σταθμός Πελοποννήσου
κι απομεσήμερο του Πάσχα σε παγκάκι
μόνον εσύ κι εγώ καθόμαστε, μητέρα.

18.4.20

«Τι αφή, τι φαΐ », Παναγιώτης Μπενέας

Χρήστος Μποκόρος
ΤΙ ΑΦΗ, ΤΙ ΦΑΪ
Ως άνθρωπο θα με χαρακτήριζα «περισσότερο σωματικό». Μ’ αυτήν την μάλλον ανορθόδοξη διατύπωση θα ήθελα να πω πως ίσως κατά το πλάσιμό μου φυλλορρόησε ολίγη σαρξ παραπάνω. Ο λόγος δε που επιχειρώ αυτήν την σκέψη είναι διότι μου  παρέχει εν τω άμα μία χούφτα ψιλόβροχο, για να μουσκέψω ελαφρώς τα χείλια της τόσο έντονης, σχεδόν ζωτικής θα τολμούσα να σημειώσω,  ανάγκης για αφή που νιώθω εκ γενετής να συντροφεύει την πείνα και την δίψα μου και την οποίαν έχω –φευ– κι εγώ πολύ αναγκαστεί να νηστέψω τελευταία.

15.4.20

Ο ψύλλος, Δημήτρης Σπύρου



«Ψύλλος»  είναι ο τίτλος μια χειρόγραφης εφημεριδούλας, που εκδίδει και συντάσσει ένας δωδεκάχρονος μαθητής, σ' ένα απομονωμένο χωριό της ορεινής Ολυμπίας. ο Ηλίας Σεϊτανίδης. «Ψύλλος» είναι όμως κι ο ίδιος ο μικρός Ηλίας, γιατί είναι τόσο πολύ ταυτισμένος με την εφημερίδα του, ώστε κανείς πια να μην τον φωνάζει με το πραγματικό του όνομα. 

14.4.20

Τα κόκκινα αυγά, Εμμανουήλ Ροϊδης

 
Τα κόκκινα αυγά
Ζητήσας πολλάκις να μάθω διατί τρώγομεν αυγά την Λαμπρήν, και διατί μόνον τότε τα θέλομεν κόκκινα και σκληρά, όχι μόνον ημείς αλλά και όλοι από τον Πόλον μέχρι του Ισημερινού οι χριστιανοί, ηναγκάσθην επί τέλους να κατατάξω την απορίαν μου μεταξύ των αλύτων.