Διαβάστε εδώ το παραμύθι "Το πιο γλυκό ψωμί"
Είστε ο Βασιλιάς. Μετά από την εξαντλητική εμπειρία, που ζήσατε μαζί με το Σοφό, καταγράφετε στο προσωπικό σας ημερολόγιο την περιπέτειά σας με κωμικό τρόπο.
}
Διαβάστε εδώ το παραμύθι "Το πιο γλυκό ψωμί"
Είστε ο Βασιλιάς. Μετά από την εξαντλητική εμπειρία, που ζήσατε μαζί με το Σοφό, καταγράφετε στο προσωπικό σας ημερολόγιο την περιπέτειά σας με κωμικό τρόπο.
Πίνακας: Frank Morisson |
Πρόλογος
Πότε και πού συνέβη το περιστατικό; Ήμασταν μάρτυρες, θεατές ή πρωταγωνιστές; Ποιοι άλλοι παρευρίσκονταν; Ήταν κάτι προσδοκώμενο ή απροσδόκητο; (καλό είναι να δίνουμε στοιχεία για τα πρόσωπα, π.χ. μικρά ονόματα ή τη βασική τους ιδιότητα ή αυτό που μας συνδέει μαζί τους. π.χ. αδελφός, φίλος κ.λπ, ή ένα χαρακτηριστικό τους π.χ. ο πανύψηλος, ο μικρούλης κ.λ.π, ώστε να αποκτούν υπόσταση και για τον αναγνώστη)
Ντομπρίνοβο, Πηγή |
Απαντήσεις στις ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου |
Ο Σκουρογιάννης αναγκάστηκε λόγω των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών, όπως και τόσοι άλλοι Ηπειρώτες, να αναζητήσει την τύχη του στη ξενιτιά, για να ζήσει αυτός και οι γονείς του. Ήταν ο μόνος από το χωριό που επέλεξε να μεταναστεύσει στη Γερμανία και όχι κάπου αλλού. Δούλεψε ως ανειδίκευτος εργάτης πολύ σκληρά είκοσι ολόκληρα χρόνια. Ζωή δύσκολη, με στερήσεις και μοναξιά, χωρίς να επισκεφτεί το χωριό του ούτε μια φορά. Μοναδική παρηγοριά του οι εικόνες της πατρίδας, τα βουνά, οι καρυδιές, τα έλατα, τα πεύκα του χωριού του. Το χωριό του ήταν ο θησαυρός του και ο καημός του. Η σκέψη της επιστροφής τον όπλιζε με δύναμη, πείσμα και καρτερικότητα. ‘Όταν τα κατάφερε, πήρε τη μικρή του σύνταξη και επέστρεψε στο χωριό του γεμάτος λαχτάρα και συγκίνηση, να ξαναγγίξει όσα στερήθηκε. Ξαναβρήκε συγγενείς και φίλους, εγκαταστάθηκε στο παλιό του σπίτι σίγουρος πως θα είναι ευτυχισμένος. Σύντομα ανακάλυψε ότι ένιωθε ξένος ανάμεσα στους πιο δικούς του ανθρώπους, στους συντοπίτες του. Και εκείνοι έμοιαζαν ξένοι από τον εαυτό τους. Πίστεψε πως το Ντομπρίνοβο ζούσε πια μόνο στα όνειρά του, μέχρι που ένας περίπατος στο δάσος τού αποκάλυψε την ανόθευτη και ανέγγιχτη από τη φθορά του χρόνου και της προόδου φύση. Το Ντομπρίνοβο, όπως ζέσταινε την καρδιά του στη Γερμανία, ήταν ακόμη ζωντανό.