} f expr:class='"loading" + data:blog.mobileClass'>
Πρώτη Σελίδα

29.7.18

Ο Επιστάτης των εθνικών οικοδομών επί Ι. Καποδίστρια, Αλέξανδρος Σούτσος. Απαντήσεις

Paul Klee. Destroyed Place

O επιστάτης των εθνικών οικοδομών επί I. Καποδίστρια

Φοίνικες* και ταλαράκια το πουγκί μου κουδουνίζει,
και το στόμα μου σαμπάνιες και ρυζόγαλο μυρίζει·
χαιρετάτε με με σέβας, με βαθύν προσκυνισμόν·
επιστάτης, κύριοί μου, έγινα οικοδομών.
Τερερέμ, λαλά, λαλά·
η δουλειά πάγει* καλά.

Έκτακτε Διοικητή μου, πόσα γρόσια* θησαυρίζεις;
Όσα παίρνω σ' ένα μήνα σ' ένα χρόνο τα κερδίζεις;
Έκτακτα τον μήνα παίρνεις εσύ χίλια… κι ας να μη!
Εγώ παίρνω τρεις χιλιάδες εις την κάθε πιθαμή.
Τερερέμ, λαλά, λαλά·
η δουλειά πάγει καλά.

Η αυτού Πανεξοχότης* μ' αγκαλιάζει κάθε μέρα.
Μα ρημάζω* το Ταμείον; Αλλού βλέπει, βρέχει πέρα,
φθάνει μόνον, πουρνό* βράδυ, να τον λέγω εις τ' αυτί
τι φρονεί ο ένας κι άλλος και τι δρόμο περπατεί.
Τερερέμ, λαλά, λαλά·
η δουλειά πάγει καλά.

Σήμερον το Ναύπλιόν μας η πρωτεύουσά μας είναι·
αύριο θα είναι, λέγουν, αι περίφημαι Αθήναι.
Τότε, γρόσια μιλιούνια* τότε δα θα ξοδευθούν,
και πατόκορφ' απ' εμένα αι Αθήναι θα κτισθούν.
Τερερέμ, λαλά, λαλά·
η δουλειά πάγει καλά.

Κριματίζει* όποιος λέγει πως εγώ μισώ τα φώτα
τα σχολεία, στην τιμή μου, τ' αγαπώ απ' όλα πρώτα·
και πολλές φορές λαχαίνει στ' όνειρό μου να ιδώ
πως οικοδομώ Μουσεία, κι απ' το στρώμα τραγουδώ:
Τερερέμ, λαλά, λαλά·
η δουλειά πάγει καλά.

Με κολνούνε* οι γυναίκες και γλυκές ματιές με ρίχνουν·
μ' όλες μου τες άσπρες τρίχες πως μ' ορέγουνται* με δείχνουν·
γαμβρός είμαι όπου πάγω, κι εις το κάθε σπιτικό
ταπεινότατες προτάσεις υπανδρείας αγρικώ*.
Τερερέμ, λαλά, λαλά·
η δουλειά πάγει καλά.

Λ. Πολίτη, Ποιητική Ανθολογία, τόμ. 4, Δωδώνη

Ενδεικτικές απαντήσεις στις ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου
 
1.    Πώς παρουσιάζεται η σχέση Καποδίστρια - επιστάτη;
Απάντηση:
Η σχέση τους είναι πελατειακή. Ο Κυβερνήτης παραβλέπει τις ατασθαλίες, τις υπεξαιρέσεις, τη διαφθορά του δημόσιου βίου, την αφαίμαξη του δημόσιου ταμείου με αντάλλαγμα την παροχή πληροφοριών για τις κινήσεις, τις προθέσεις, τα πολιτικά φρονήματα των πολιτών.Έτσι, εννοείται ότι είναι σε θέση να μεθοδεύσει τις προγραφές των πολιτικών αντιπάλων του και την εξόντωση των αντιφρονούντων. Οι απατεώνες είναι τα άτυπα αστυνομικά όργανά του, οι καταδότες και τα τσιράκια, οι σπιούνοι του. Φαίνεται, λοιπόν, ο Καποδίστριας να γνωρίζει ότι δεν είναι ηγέτης μαζικής αποδοχής, δεν επιβάλλεται με το ευεργετικό του έργο, άρα περιφρουρεί τη θέση του με υπόγεια βία  και αστυνόμευση.
 
2.  Ποια πλεονεκτήματα έχει εξασφαλίσει για τον εαυτό του και για την κοινωνική του θέση ο επιστάτης; ποιες προβλέψεις κάνει για το μέλλον του;
Απάντηση:
Ο επιστάτης ζει μια άνετη, πλουσιοπάροχη ζωή και έχει την θερμή στήριξη του Ανώτατου Άρχοντα της Πολιτείας. Έχει αναρριχηθεί στα ανώτατα κοινωνικοοικονομικά στρώματα της Ιεραρχίας και θωρακισμένος από τη δύναμη του κυβερνήτη λόγω των διασυνδέσεών του νιώθει ασφαλής και μάλιστα παντοδύναμος.
Είναι όχι μόνο εύπορος, αλλά και πλουσιότερος από άλλους αξιοκαταφρόνητους επαγγελματίες και αυτό τρέφει κυρίως τον αυτοθαυμασμό του. Είναι όμως και ευυπόληπτος πολίτης. Δεν έχει μόνο δύναμη, αλλά και κύρος και γόητρο. Επειδή η κατάλυση των ηθικών φραγμών είναι γενικευμένη, ο περίγυρός του τον αντιμετωπίζει με θαυμασμό, γιατί έχει οικονομική και πολιτική ισχύ, ίσως και με φόβο, γιατί είναι έμπιστος «συνεργάτης»  των αρχών. Έτσι, ανήκει στο εκλεκτό κομμάτι της κοινωνίας, γι’ αυτό είναι περιζήτητος στις συντροφιές και πολύφερνος γαμπρός. Οι προβλέψεις του για το μέλλον του είναι ότι με τη σύσταση της νέας πρωτεύουσας θα του δοθούν αμέτρητες ευκαιρίες να κορέσει την αρπακτική του μανία  και να αποθησαυρίσει αμύθητα πλούτη.
3.    Σε ποια σημεία του κειμένου διακρίνεται ειρωνεία; Ποιος και πώς τη χρησιμοποιεί;
Απάντηση:
Το ποίημα είναι διαποτισμένο από δηκτική ειρωνεία και σαρκασμό. Ο Σούτσος προσπαθεί να αποκαλύψει, αλλά και να γελοιοποιήσει τον επιστάτη, ο οποίος αποτελεί έναν πανίσχυρο, διεφθαρμένο εντολοδόχο του Κυβερνήτη. Ο άμεσος στόχος της ειρωνείας  είναι ο επιστάτης, αλλά ο απώτερος  είναι ο ίδιος ο Καποδίστριας, επειδή, κατά το Σούτσο, ανέχεται και  γαλουχεί τέτοια πολιτικά ήθη, προκειμένου  να σταθεροποιήσει την εξουσία  του. Έτσι, ο λόγος του επιστάτη είναι στομφώδης και υπερβολικός, για να προβληθεί η ρηχότητα, η αλαζονεία και ο κυνισμός του. Ο επιστάτης κάνει κατάχρηση θαυμαστικών, ερωτηματικών, αποσιωπητικών, που ταιριάζουν στο φουσκωμένο «Εγώ» του και χρησιμοποιεί   προσφωνήσεις, όπως «Έκτακτε» «Πανεξοχότης»,  που δείχνουν το ναρκισσισμό του. Το δε επαναλαμβανόμενο τραγουδάκι είναι ακόμη ένα εργαλείο ειρωνείας, που επινοεί ο ποιητής, για να απογυμνώσει τον  επηρμένο και ανερμάτιστο επιστάτη και να καταδικάσει την πολιτική του Καποδίστρια. 
4.    Ο επιστάτης επαναλαμβάνει διαρκώς το αυτοσχέδιο τραγουδάκι του. Πώς ερμηνεύετε το περιεχόμενό του και τι νομίζετε ότι θέλει να δείξει με την επανάληψη αυτή  ο ποιητής.
 Απάντηση:
Με το τραγουδάκι αυτό μονολογεί ότι η δουλειά πάει καλά, γιατί κατόρθωσε να αποσπάσει κι άλλα κέρδη.
Η παρήχηση  του «ρω» αισθητοποιεί τον ήχο που κάνουν τα νομίσματα, όταν μετριούνται επιδεικτικά  σε μια παλάμη. Κάθε φορά που επανέρχεται στο τραγουδάκι ο επιστάτης είναι σαν να τον βλέπουμε, να μετρά τα κέρδη του μεθυσμένος από χαρά, με βλέμμα που σπινθηρίζει από απληστία.
Το κέρδος και μάλιστα το γρήγορο και εύκολο κέρδος είναι το κέντρο της ύπαρξής του, κάθε του σκέψη και ενέργεια περιστρέφεται γύρω από αυτό. Και κάθε ένα από τα αγαθά του οφείλεται σε αυτό: η εξουσία του, η αυτοεκτίμησή του, η υπόληψή του, η κοινωνική του αποδοχή, η κοσμική ζωή, η γοητεία στο άλλο φύλο. Γι΄ αυτό κάθε φορά που επανέρχεται  το δίστιχο υπογραμμίζει ότι το χρήμα είναι αυτοσκοπός του. Το τραγουδάκι αυτό είναι α- νόητο δηλαδή δεν  είναι  ένα μότο, το ιδεολογικό  σύνθημα της ζωής του, δεν εκφράζει μια έστω κυνική ιδεολογία, που θα έβαζε όμως κάποια όρια στη διαφθορά του, αλλά θυμίζει μηχανιστική, ρομποτική κίνηση  ενός ανθρώπου που έχει απολέσει τη βαθύτερη ουσία της ανθρωπιάς του.
Η επαναληπτικότητα αυτή δίνει, επίσης, την αίσθηση της διάρκειας, την εντύπωση ότι η κατάσταση αυτή είναι παγιωμένη, μια συστηματική αρπαγή που έχει τα γνωρίσματα της μονομανίας και  της νεύρωσης.

Παράλληλο κείμενο. Άσκηση:

Το ακόλουθο ποίημα του Πάνου Θασίτη περιγράφει την παθιασμένη αλλά και βραχύχρονη προσπάθεια ενός νέου έπαρχου να αναμορφώσει από τη θέση του τη διεφθαρμένη διοίκηση, να επιβάλει την κάθαρση και να αντισταθεί στην ηθική αλλοτρίωση, που τον περιβάλλει
Αφού διαβάσετε το ποίημα,
α. εντοπίσετε τις αντιστοιχίες  και τις διαφορές του ήρωα με τον επιστάτη του Σούτσου
β. διερευνήστε με ποια μέσα ο κάθε ποιητής ηθογραφεί τον ήρωά του.

Eλληνική Eπαρχία μ.X. Πάνος Θασίτης

Έφριξε σαν πήγε ο ίδιος, με τα ίδια του τα μάτια και τα είδε.
Tόση ρεμούλα, τέτοιο χάλι, πού να το φανταστεί.
Έβγαλε ευθύς διαταγές τη μια πάνω στην άλλη,
ήλεγξε, καυτηρίασε, τιμώρησε, κάτι να διορθώσει,
κάτι να περισώσει απ’ την καταστροφή.



Oι άλλοι, οι από πάνω, μάθαιναν βέβαια ταχτικά τα νέα.
Tον ζήλο του λαμπρού νέου επάρχου
την ακάθεκτη έφεσή του για ευποιία, χρηστή
φιλόπτωχο διοίκηση κτλ.
Mα δεν ανησυχήσαν. «Θα του περάσει», είπαν,
«κι άμα δεν του περάσει
και κάνει τάχα πως δεν ξέρει,
τον αντικαθιστούμε, τον διαγράφουμε,
τον εξαφανίζουμε στο κάτω-κάτω.

Tο ίδιο μας κάνει συνεπώς κι αν του περάσει
κι αν δεν του περάσει».

H αλήθεια είναι, πως του πέρασε και του παραπέρασε.
Oύτε να τον παραμερίσουνε χρειάστηκε
ούτε βέβαια ―τον άνθρωπο!― να τον εξαφανίσουν.

Ήδη, γοργά ανέρχεται κι έχει λαμπρό το μέλλον

 

Βάνα Δουληγέρη