Πίνακας: Brenda Beerhorst |
Αγαπητέ απελπισμένε,
«Ζητείται Ελπίς»;
Βρήκα μια παλιά εφημερίδα σήμερα. Αυτή η αγγελία σίγουρα μου τράβηξε την προσοχή. Σε τι κατάσταση πρέπει να βρισκόσουν, για να δημοσιεύσεις τα λόγια αυτά; Ίσως βλέποντας την αγγελία σου, άλλοι άνθρωποι να προβληματίζονταν και να συνέπασχαν. Αυτός ήταν ο σκοπός σου; Τότε, γύρισα την εφημερίδα στην πρώτη σελίδα και είδα την ημερομηνία έκδοσής της. 1954, λοιπόν... Η όλη κατάσταση έγινε λίγο πιο ξεκάθαρη.
Η αλήθεια είναι ότι διαβάζοντας τις άλλες ειδήσεις και αγγελίες, δεν κατάλαβα αμέσως ότι η εφημερίδα ήταν σχεδόν εβδομήντα χρόνια παλιότερη. Έλεγε για αυτοκτονίες για οικονομικούς λόγους, την κρίση, έναν βιασμό... Όσο για τις αγγελίες δεν ήταν τόσο διαφορετικές από τις σημερινές. Οι άνθρωποι ζητούν και πουλάνε διαμερίσματα, αυτοκίνητα... Μα όταν οι ειδήσεις συνέχιζαν να μιλούν για την αρχή νέου παγκοσμίου πολέμου, άρχιζα να υποψιάζομαι ότι ήταν από άλλη εποχή.
Όπως ολοφάνερα βλέπεις, η κατάσταση δεν έχει βελτιωθεί τόσο σήμερα. Οι ειδήσεις δεν θα ήταν τόσο διαφορετικές. Ίσως γι΄αυτό, φίλε μου, ζητάς ελπίδα. Αν αρχικά ήσουν οπλισμένος με ελπίδα, θα κατέβαλες κάθε πιθανή προσπάθεια, για να αλλάξεις τον κόσμο. Πολεμούσες αδιάκοπα. Αγωνιζόσουν, ακόμα κι όταν όλα πήγαιναν στράφι. Σηκωνόσουν, δηλαδή, κάθε φορά που έπεφτες. Αλλά έφτασε μια στιγμή που σκέφτηκες: «Αρκετά!»...
Και επιτέλους έφτασες. Έφτασες στο σημείο, όπου έχασες αυτή την ελπίδα που σε κρατούσε όρθιο όλα αυτά τα χρόνια. Αυτή την πολύτιμη λαμπερή σπίθα, που, όσο κυλούσαν τα χρόνια, σιγά σιγά μετατρεπόταν σε στάχτη. Η φωτιά έγινε στάχτη και η ελπίδα απογοήτευση. Έγραψες το όνομα και τη διεύθυνσή σου λες και περίμενες ότι κάποιος θα χτυπούσε την πόρτα σου και θα σου έδινε λίγη απ’ την ελπίδα του. Ίσως μ΄αυτή την αγγελία έκανες και πολλούς άλλους να πιστεύουν ότι κάθε ελπίδα έχει χαθεί. Αλλά εδώ είναι που κάνεις λάθος∙ που κάνετε όλοι λάθος.
Η ελπίδα είναι αυτό που κινεί τον άνθρωπο. Κάθε μέρα σηκώνεσαι το πρωί με την ελπίδα ότι κάτι θα γίνει- κάτι θα πάει καλά- ότι θα ξεκινήσει μια καλή μέρα. Αν δεν υπάρχει αυτό...τότε έχει ήδη χαθεί το ίδιο το νόημα της ζωής. Οι προσπάθειες που έκανες ήταν μεγάλο μέρος της ζωής σου. Όλοι θέλουμε να δούμε τον αγώνα μας να αποδίδει τελικά.
Όταν επιτέλους φτάσεις σε εκείνο το σημείο, όπου θα πιστεύεις ότι τα πράγματα δεν γίνονται χειρότερα -πως ό, τι κι αν κάνεις, τίποτα δεν θα αλλάξει- εμφανίζονται δύο επιλογές μπροστά σου. Με την πρώτη σταματάς. «Τα προβλήματα του κόσμου μπορούν να τα αντιμετωπίσουν οι υπόλοιποι έντεκα εκατομμύρια άνθρωποι. «Ας πάρουν εκείνοι την ευθύνη», λες. «Εγώ προσπάθησα». Με την άκρη του ματιού σου, κοιτάς την δεύτερη επιλογή. Το μόνο που γράφει είναι «ελπίς». Δεν είναι η προσπάθεια, ούτε το αποτέλεσμα, ούτε η σιγουριά αν θα τα καταφέρεις. Είναι απλώς: «ελπίς». Και πέφτεις σε βαθιά σκέψη.
Αν διαλέξεις την πρώτη επιλογή, θα σταματήσεις να νοιάζεσαι για τον κόσμο, αλλά με το τίμημα ότι θα έχεις ένα κενό μέσα σου. Θα αισθάνεσαι ότι κάτι λείπει και θα πασχίζεις να βρεις ότι αυτό το κάτι είναι η ελπίδα.
Διαλέγοντας τη δεύτερη, όμως, έρχεσαι αντιμέτωπος με ένα καινούριο δίλημμα. Θα μπορούσε η ελπίδα να οδηγήσει στην επίτευξη κάθε στόχου -να ξεπεράσεις κάθε δυσκολία; Απ’ την άλλη, όμως, σκέφτεσαι πως, αν δεν γίνει αυτό, όσο μεγαλύτερη η ελπίδα, τόσο χειρότερη η απογοήτευση που θα ακολουθήσει. Οπότε βυθίζεσαι πάλι σε σκέψεις, για να διαπιστώσεις αν αξίζει το ρίσκο. Μέσα σε όλη την ταραχή, συνειδητοποιείς ότι την βρήκες. Βρήκες τη λέξη-κλειδί! Τη μία απλούστατη ερώτηση, η οποία συνεχίζει να σε κρατάει στη ζωή. Τι λες, αξίζει;
Αναστασία Τ.
Πετρούπολη
Η επιστολή αποτελεί απάντηση στη 12η δραστηριότητα του φύλλου εργασίας: