Γλυπτό του Xavier Veilhan |
Η
ΠΑΡΕΛΑΣΗ ΤΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΥ
Στεκόμουν
πάνω σ’ ένα λόφο κι είδα το Παλιό να πλησιάζει, μα έρχονταν σα Νέο.
Σερνόταν
πάνω σε καινούργια δεκανίκια που κανένας δεν είχε ξαναδεί και βρωμούσε νέες μυρωδιές
σαπίλας που κανείς δεν είχε πριν ξαναμυρίσει.
Η πέτρα που πέρασε κατρακυλώντας ήταν η νεώτερη εφεύρεση και τα
ουρλιαχτά απ’ τους γορίλες που βαράγανε τα στήθια τους συνθέτανε την πιο
μοντέρνα μουσική.
Παντού
να δεις μπορούσες τάφους ανοιχτούς που χάσκανε άδειοι καθώς το Νέο πλησίαζε την
πρωτεύουσα.
Ολόγυρα
στεκότανε όσοι εμπνεόταν απ’ τον τρόμο, κραυγάζοντας: Φτάνει Το Νέο, τ’
Ολοκαίνουργιο, χαιρετήστε το Νέο, γίνεται και σεις νέοι σαν κι εμάς! Κι αυτοί
που ακούγανε, τίποτε άλλο δεν ακούγανε από τις κραυγές τους, μα αυτοί που
βλέπανε, βλέπανε αυτά που δεν φωνάζονταν.
Έτσι
το Παλιό έκανε την εμφάνισή του σε Νέο μασκαρεμένο, μα έφερε το Νέο μαζί του
στη θριαμβευτική του κατοχή να το παρουσιάσει σαν Παλιό.
Το
νέο βάδιζε αλυσοδεμένο και ντυμένο με κουρέλια· αποκάλυπταν τα θεσπέσια μέλη
του.
Κι
η πομπή συνέχιζε να προχωράει μες στη νύχτα, μα αυτό που πήρανε για χάραμα ήταν
το φως απ’ τις φωτιές στον ουρανό. Και η κραυγή: Φτάνει Το Νέο, τ’
Ολοκαίνουργιο, χαιρετήστε το Νέο, γίνεται και σεις νέοι σαν κι εμάς! πιο εύκολα
θ’ ακουγότανε, αν όλα δεν είχανε πνιγεί μες τις ομοβροντίες των όπλων
Μπέρτολτ
Μπρεχτ 1938
(Μετάφραση:
Νάντια – Όλγα Βαλαβάνη)