Βυζαντινά κηρόβουλλα, μολυβδόβουλλα, άργυρόβουλλα, και
χρυσόβουλλα*.Ο κανίκλειος, πιο επίσημα χαρτουλάριος
του κανικλείου ή ο ἐπὶ τοῦ κανικλείου,
ήταν ένα από τα πιο υψηλόβαθμα αξιώματα στη βυζαντινή αυτοκρατορία, ήταν
ο φύλακας του αυτοκρατορικού μελανοδοχείου: του κανικλείου, (κυριολεκτικά
κανικλείον σήμαινε "σκυλάκι", Λατινικά: canicula), περιείχε το κόκκινο
μελάνι, με το οποίο ο αυτοκράτορας υπέγραφε κρατικά έγγραφα. Το αξίωμα
εμφανίζεται για πρώτη φορά τον 9ο αιώνα, και ήταν συνοδευε παράλληλα
και άλλα κυβερνητικά αξιώματα. Η εγγύτητά του με τον αυτοκράτορα και
ο χαρακτήρας του ρόλου του, έδωσε στον επί του κανικλείου μεγάλη επιρροή,
ιδίως στη σύνταξη αυτοκρατορικών χρυσόβουλλων.
Στην Κωνσταντινούπολη,
επίσης, υπήρξε μια συνοικία, στην όχθη του Κεράτιου Κόλπου. του λέγονταν:
«τα κανικλείου».
Το Χρυσόβουλο, ή χρυσόβουλλο, ήταν επίσημο δημόσιο
έγγραφο που έφερε χρυσή σφραγίδα. Χρυσόβουλα ονομάζονταν τα διατάγματα
των Αυτοκρατόρων του Βυζαντίου τα οποία γράφονταν σε περγαμηνή στην
οποία φέρονταν εξαρτημένη χρυσή σφραγίδα.
Γίνονταν με μελάνια και χρώματα διαφόρων
ποιοτήτων. Ως μεσα γραφής χρησιμοποιούσαν χηνόφτερα, καλάμια και πινέλα.
Ο Βυζαντινός αυτοκράτορας υπέγραφε με κόκκινο χρώμα (κιννάβαρι). Ουδείς
άλλος είχε τέτοιο δικαίωμα.
Κιννάβαρι: Από την περσική λέξη zinjifrah. Γνωστός από την αρχαιότητα. Με την ονομασία κιννάβαρι ονομαζόταν μία κόκκινη χρωστική ουσία που ήταν είτε ορυκτή είτε φυτική (ινδική ρητίνη).